Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2015

ΘΕΜΟΣ ΚΟΡΝΑΡΟΣ Υπάρχουν ακόμα κάστρα άπαρτα


Εκδήλωση για τη ζωή και το έργο του θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 9 Οκτώβρη στο Στέκι του Πολιτισμού


Σκίτσο από το περιοδικό «Ελεύθερα Γράμματα»

                 
Την Παρασκευή 9 Οκτώβρη στο 41ο Φεστιβάλ ΚΝΕ - «Οδηγητή» στο Στέκι Πολιτισμού (στο θεατράκι), στις 19.30, θα πραγματοποιηθεί συζήτηση για τη ζωή και το έργο του κομμουνιστή λογοτέχνη Θέμου Κορνάρου, από το θάνατο του οποίου συμπληρώνονται φέτος 45 χρόνια.
Θα μιλήσει η Ελένη Μηλιαρονικολάκη, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνη του Τμήματος Πολιτισμού. Αποσπάσματα από έργα του θα διαβάσουν οι ηθοποιοί Λίλα Καφαντάρη και Δημήτρης Τζουμάκης.


Ποιος είναι ο Θέμος Κορνάρος...

Ο Θέμος Κορνάρος ήταν ένα πραγματικό υπόδειγμα αλύγιστου κομμουνιστή. Οργανώνεται στο Κόμμα, πιθανότατα την περίοδο του Μεσοπολέμου, μιας και στα 3 βιβλία εκείνης της περιόδου («Αγιον Ορος, Αγιοι χωρίς μάσκα», «Σπιναλόγκα» και «Αλήτης») φαίνεται μια πορεία ιδεολογικοπολιτικής ωρίμανσης. Η Μέλπω Αξιώτη αναφέρει πως είναι ο Ελληνας λογοτέχνης που έχει συμπληρώσει τα πιο πολλά χρόνια στις φυλακές και τις εξορίες. Φολέγανδρος, Ακροναυπλία κι από εκεί «Τα χρόνια σου περνάνε από διωγμό σε διωγμό / Από το Χαϊδάρι στα μπουντρούμια του Μεσολογγιού, / Απ' τη Μακρόνησο στον Αϊ - Στράτη, / Δίπλα στο θάνατο με μια μπουκιά χαμόγελο στο στόμα σου, / Με δυο αστραπές απόφαση στη νύχτα των ματιών σου...», όπως γράφει ο Γιάννης Ρίτσος για τον Κορνάρο.
«Αισθάνομαι πως δεν έχω δικαίωμα προ πολλού να έχω τίποτε δικό μου. Και η αναπνοή μου ακόμη είναι για το κίνημα», γράφει ο ίδιος ο Κορνάρος σε επιστολή του.

Ο Θέμος Κορνάρος ήταν υπόδειγμα στρατευμένου λογοτέχνη, που αφιέρωσε το έργο του στην αποκάλυψη της εκμετάλλευσης και της αδικίας, που ύμνησε τους αγώνες του λαού μας, που αφιέρωσε το έργο του στο να κρατήσει ζωντανούς στις μνήμες του λαού αυτούς τους αγώνες. Να πώς απαντά ο Θ. Κορνάρος στην ερώτηση που του έγινε, για το αν ο καλλιτέχνης «θα κρατηθεί στην απομόνωση του "αισθητισμού" ή θα πάρει ενεργό μέρος στον κοινωνικό αγώνα»: «Ο καλλιτέχνης βρίσκεται ανάμεσα στην εργαζόμενη ανθρωπότητα, για να καταγράψει την πείρα των εργαζομένων, να γκαρδιώνει τους στρατούς της απελευθέρωσης στον αγώνα τους, να τραγουδά τις νίκες τους με ένα σκοπό πάντα: Να κάνει λιγότερο σκληρό τον πόνο του αγωνιζόμενου σε κάθε στιγμή και σε κάθε φάση του αγώνα. Εκείνος ο καλλιτέχνης που αρνιέται τον κοινωνικό και τον αγωνιστικό χαρακτήρα της τέχνης, είναι πια πεθαμένος, ή χαροπαλεύει ανάμεσα στην Ακαδημία Αθηνών και στο Αθήνησι Πανεπιστήμιον». Σε ένα από τα άρθρα του, που δημοσιεύεται στο περιοδικό «Νέοι Πρωτοπόροι», με τίτλο «Πάνω στα προβλήματα της προλεταριακής τέχνης», που το υπογράφει ως «Εργάτης», υποστηρίζει: «Αν και δεν έχει γραφτεί προλεταριακή τέχνη είναι δυνατόν και αναγκαίο να γραφεί από τους ίδιους τους εργάτες».

Αλλωστε, το σκοπό της τέχνης του και της ζωής του τον δηλώνει ο ίδιος ο συγγραφέας στο τέλος του βιβλίου του «Με τα παιδιά της θύελλας»: «Ξέρω πού πηγαίνω και τι θέλω. Βρήκα την πόρτα που φέρνει πέρα από τον κατάκλειστο κάμπο, και πάω να συναντήσω το Λαό που μάχεται, και να γίνω ένας από τους πρακτικογράφους των αγώνων του».
Ο «κουμπάρος», όπως ήταν η προσωνυμία του, αλλά και όπως αποκαλούσε ο ίδιος το συναγωνιστή, το φίλο, το σύντροφο, χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη αγάπη που έχει στον άνθρωπο, όχι γενικά κι αόριστα, αλλά στον εργάτη, στο μεροκαματιάρη, αυτόν που δέχεται την καταπίεση και η συνείδησή του είναι σε άμεση σχέση με τις συνθήκες, έχει τα πισωγυρίσματά της, δεν είναι μια ευθεία πορεία. «Απ' όλα τα μνημεία που στήθηκαν ή θα στηθούνε στο μέλλον, το πιο μεγάλο, το πιο ασύγκριτο είναι η ίδια η ανθρώπινη μνήμη. Μα και το πιο ευπαθές. Συχνά θαμπώνει, εύκολα αμβλύνεται όταν δεν προκαλούνε να εργαστεί, ή όταν της απαγορεύουν να εκφράζεται».


         


Εγγραφο από τη Γενική Ασφάλεια, το 1960, που αποφασίζει να παρατείνει «την εκτόπισίν των επί 1 έτος εις Αγιον Ευσράτιον». Επειδή: «Οχι μόνον ουδεμίαν προσήλωσιν προς τους Νόμους του Κράτους παρουσίασαν, αλλά εξακολουθούν και σήμερον να πραγματοποιούν υπόπτους επαφάς, να συμμετέχουν εις κάθε κομμουνιστικήν εκδήλωσιν, να προπαγανδίζουν υπέρ του ΚΚΕ, να εργάζονται δραστηρίως, διά την ανασύστασιν του παρανόμου κομμουνιστικού Μηχανισμού». Το έγγραφο βρίσκεται στο Αρχείο της ΚΕ 
του ΚΚΕ.

Σημαντικά έργα του

Δυστυχώς, όλα του τα βιβλία είναι εξαντλημένα, εκτός από τη «Σπιναλόγκα», που όχι τυχαία εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο που κατέχει τα δικαιώματα, την περίοδο που σημείωναν επιτυχία η τηλεοπτική σειρά «Νησί» και το αντίστοιχο βιβλίο.

Τα πιο σημαντικά του έργα είναι τα παρακάτω:

Το 1933 εκδίδεται το βιβλίο: «Αγιον Ορος, Οι άγιοι χωρίς μάσκα». Περιγράφει την υποκρισία των καλόγερων, όπως τη βίωσε ο ίδιος, ενώ δούλευε ως σκαφτιάς στον Αθω. «Αφηκα την επόμενη μέρα πρωί πρωί τη Σκήτη του Αγίου Παντελεήμονα, με πλημμυρισμένη την ψυχή από οίχτο και μίσος, ανακατεμένα, για τον άνθρωπο που τον αποθηριώνει, τον αποχτηνώνει η λάμψη του χρυσού, η λίγδα του πλούτου... Θέλω να γυρίσω στον κόσμο ζωντανός, να τα καταγγείλω όλα τούτα...».

Το ίδιο έτος εκδίδεται και η «Σπιναλόγκα». Εκεί, καταγράφει τις εντυπώσεις του από το νησί - τόπο εξορίας, που κατοικούσαν οι λεπροί. Στηλιτεύει την εγκατάλειψη, τη δήθεν φιλανθρωπία και την απουσία κρατικής μέριμνας.

«Στρατόπεδο Χαϊδαρίου». Ο Θ. Κορνάρος παραδίδεται από το καθεστώς της δικτατορίας του Μεταξά στους ναζί κατακτητές, όπως και οι υπόλοιποι Ακροναυπλιώτες. Βασανίζεται στη Μέρλιν και οδηγείται στο περιβόητο στρατόπεδο Χαϊδαρίου. Συγκλονίζεται ο αναγνώστης όταν διαβάζει για τα βασανιστήρια της οδού Μέρλιν, τον ηρωισμό των 200 κομμουνιστών, που χόρεψαν πριν τους πάρουν για εκτέλεση, για τον Ναπολέοντα Σουκατζίδη.

«Αγύρτες και κλέφτες στην εξουσία». Στιγματίζει το δοσιλογισμό των εκπροσώπων της Εκκλησίας και της άρχουσας τάξης. Γι' αυτό το βιβλίο καταδικάζεται σε 2 χρόνια και μια μέρα φυλάκιση. Η επιπλέον μέρα ήταν για να μην μπορέσει να εξαγοράσει την ποινή του.

Το 1956 εκδίδεται το βιβλίο «Με τα παιδιά της θύελλας», που γράφτηκε στην εξορία και περιγράφει όσα βίωσαν οι αγωνιστές στις φυλακές και τις εξορίες.

Το 1957 εκδίδεται το «Στάχτες και φοίνικες», ένα συγκλονιστικό βιβλίο που περιγράφει όλη τη φρίκη της Μακρονήσου και κυρίως τα ...επιστημονικά βασανιστήρια που γίνονταν για να εξοντώσουν σωματικά, ψυχικά και ηθικά τους κρατούμενους.

«Το ξεκίνημα μιας γενιάς». Το βιβλίο περιγράφει την πορεία αυτογνωσίας και συνειδητοποίησης της εργατικής τάξης, ως τάξης για τον εαυτό της.


Απόσπασμα από το βιβλίο «Στρατόπεδο του Χαϊδαρίου»


«- Δημήτρης Ρόδης!

Η απάντηση στην κλήση τούτη δεν είναι βγαλμένη από το στήθος ανθρώπου. Ενας ολόκληρος λαός, λες, μαίνεται και μουγκρίζει μέσα στο "παρών" αυτό.

Δεν είναι ο γέρο-Μήτσος ο καπνεργάτης που απαντά. Οι φάμπρικες και η εργατιά της Καβάλας, η ιστορία ενός καταδιωγμένου λαού φωνάζουνε μεσ' από το γέρικο στήθος τ' ασπρομάλλη παππού...

Η φύση γελάστηκε. Τούτος ο γέροντας αμίλητος της ξέφυγε. Λες και περίμενε εβδομήντα χρόνια τη στιγμή ετούτη, για να υψώσει το κυρτωμένο σώμα σε χυτή λαμπάδα, να κάμει τη φωνή του σήμαντρο και να δώσει από τούτο το επίσημο εθνικό βήμα τις τελευταίες του παραγγελιές:

- Οσοι απομείνετε, πέστε στους καπνεργάτες μου πως δεν τους πρόσβαλλα!».


Γράμμα «Στη μάνα του βασανισμένου»

Στην εφημερίδα της Αθήνας «Δημοκρατικός», με πρώτη ημερομηνία 22-10-1950, δημοσιεύονται 5 γράμματα του Θέμου Κορνάρου.

Στο πρώτο που απευθύνεται «Στη μάνα του βασανισμένου», διαβάζουμε σε παραπομπή: «Γράφτηκε στην απομόνωση του ΑΕΤΟ και ράφτηκε σε ρούχο απολυόμενου ψυχοπαθούς, για τη μητέρα του, που παραχωρεί σήμερα αντίγραφο».

Τα Γράμματα του Κορνάρου είναι στιγμές που φτάνουν τον παλμό της Τραγωδίας, όταν ο ανθρώπινος πόνος μιλιέται κι εδώ κι εκεί με λόγια ντυμένα με μια συνειδητή και ηθελημένη απλότητα. Και τούτος ο ανυπόταχτος ο Κρητικός, ο Κορνάρος, που έχει συμπληρώσει τα πιο πολλά χρόνια στα κάτεργα απ' όλους τους λογοτέχνες της Ελλάδας, μας φωνάζει την πίστη του με τα πιο κάτω λόγια που είναι και το κλείσιμο στο πρώτο του γράμμα:

«Κι εμείς που έχουμε ακόμα κάποια μνήμη και κάποιες δυνάμεις ζητούμε την ευχή σου και την ευλογία σου μάνα, για να μποδίσουμε τη ζούγκλα που κοντεύει να κατακλύσει τους ανθρώπινους συνοικισμούς. Κι αν εμείς λαβωθούμε ή καούμε στη νέα έφοδο, πάντα κάτι θ' απομείνει εδώ που θα 'ναι χρήσιμο για την ευτυχία των ανθρώπων: η παράδοση πως υπάρχουνε ακόμα κάστρα άπαρτα, ακόμα κι όταν τα πολιορκούν η Βία και ο Χάρος».

(Από το βιβλίο της Μέλπως Αξιώτη, «Μια καταγραφή στην περιοχή της λογοτεχνίας», Το συγκεκριμένο γράμμα μεταδόθηκε και από τον ραδιοφωνικό σταθμό «Η φωνή της Αλήθειας»).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου