Σάββατο 12 Μαρτίου 2011

Ο κοινωνικός χαρακτήρας της Επανάστασης του 1821


Ο Ρήγας ψέλνει το Θούριο (Μουσείο Μπενάκη)
«Ας εξετάση διακεκριμένως οποιοσδήποτε έλαβεν μέρος εις την Επανάστασιν, και θέλει ίδει ότι η τάξις των ξενιτευμένων λογιοτάτων και εμπόρων είναι ήτις πρώτη ετόλμησεν και εκίνησεν τον μοχλόν τούτον και έμβασεν και τους Προεστούς και τους Αρματολούς εις τα αίματα.»1
Ετσι περιγράφει την κινητήρια δύναμη της Επανάστασης του 1821 ένας εκ των πρωταγωνιστών της, ο Σερραίος επαναστάτης Ν. Κασομούλης, καταδεικνύοντας το κοινωνικό της περιεχόμενο. Εκτοτε, αυτό εκτοπίστηκε από την κρατούσα ιστοριογραφία, για να κυριαρχήσουν το θρησκευτικό και μια «υπερταξική» έννοια του εθνικού ως αποκλειστικά κίνητρα της Επανάστασης.
Σε κάθε ιστορική εποχή, μια κοινωνική τάξη προβάλλει ως πρωτοπόρα, αποτελώντας την ηγέτιδα δύναμη - μοχλό της κοινωνικής προόδου. Την περίοδο που εξετάζουμε, ο ρόλος αυτός ανήκε στην αστική τάξη, η οποία διαμορφώθηκε και αναπτύχθηκε στα πλαίσια του φεουδαρχικού συστήματος. Σε μια μακρόχρονη πορεία, οι φεουδαρχικές σχέσεις παραγωγής έγιναν εμπόδιο για την περαιτέρω ανάπτυξη των νέων παραγωγικών δυνάμεων, των καπιταλιστικών. Επρεπε, λοιπόν, να σπάσουν. Και έσπασαν, με τη νίκη των αστικών επαναστάσεων, οι οποίες συνέτριψαν τη φεουδαρχική εξουσία και συγκρότησαν τα αστικά έθνη - κράτη.
Η ελληνική επανάσταση του 1821 δε διέφερε ως προς αυτό, από τις αντίστοιχες επαναστάσεις και κινήματα που σημειώθηκαν σε μια σειρά χώρες το ίδιο διάστημα. Βεβαίως, πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες οθωμανικής κατάκτησης, με ηγετική δύναμη την ελληνόφωνη χριστιανική αστική τάξη. Ηταν, επομένως, εθνικοαπελευθερωτική στη μορφή και αστικοδημοκρατική στο περιεχόμενο.
Οπως σε όλες τις αστικές επαναστάσεις, έτσι και στην ελληνική του 1821, πήραν μέρος, ως κινητήριες δυνάμεις, οι πλατιές μάζες της αγροτιάς, καθώς και η μικρή ακόμα αριθμητικά εργατική τάξη (ναύτες, τεχνίτες, κ.ά.). Ο μαζικός λαϊκός ηρωισμός, ακόμα και μεταξύ των αμάχων, η συλλογική δράση που έλαβε όλες τις μορφές πάλης - και κυρίως την ένοπλη - η αυτοθυσία, σφράγισαν τον πολυετή αγώνα, αφήνοντας πίσω διαχρονικά διδάγματα.
Η άνοδος της αστικής τάξης
Επίθεση τουρκικού ιππικού εναντίον των Ελλήνων στο Βελεστίνο. Λαϊκή γκραβούρα εποχής
Ο 18οςαιώνας υπήρξε μια περίοδος, όπου η ελληνική αστική τάξη σημείωσε πρωτόγνωρη ανάπτυξη. Σε αυτό συνέβαλαν μια σειρά παράγοντες. Οι αλλαγές στο οθωμανικό καθεστώς γαιοχρησίας και η εξάπλωση του διεθνούς εμπορίου επέφεραν σημαντικές μεταβολές στο επίπεδο της αγροτικής οικονομίας, που, από κλειστή, άρχισε σιγά σιγά να γίνεται εμπορευματική. Το χρήμα έπαψε πια αποκλειστικά να αποθησαυρίζεται και άρχισε σταδιακά να κυκλοφορεί και να επενδύεται στο εμπόριο, στις τράπεζες, στη βιοτεχνία, κ.α.
Η Συνθήκη του Κιουτσούκ - Καϊναρτζή (1774) και οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι (1793-1813) δημιούργησαν τις συνθήκες για ραγδαία ανάπτυξη και κερδοφορία του ελληνικού εμπορικού και ναυτιλιακού κεφαλαίου. Εκατοντάδες πλοία ναυπηγήθηκαν, εμπορικά δίκτυα εξαπλώθηκαν σε όλη την Ευρώπη, ενώ οι δραστηριότητες των Ελλήνων κεφαλαιούχων επεκτάθηκαν γρήγορα στους τομείς των τραπεζών και των ασφαλειών. Σημαντική υπήρξε, επίσης, η ανάπτυξη της βιοτεχνίας.
Κατά τα τέλη του 18ουαιώνα, η ελληνική αστική τάξη, πέραν της οικονομικής δύναμης, οπλίστηκε ακόμη με ιδεολογία και πολιτικό πρόγραμμα, που άντλησε από το Διαφωτισμό και τη Γαλλική Επανάσταση. Τα εμπορικά - βιοτεχνικά κέντρα των Ελλήνων αποτέλεσαν πνευματικά φυτώρια, όπου συντελέστηκε η εθνική αφύπνιση, μετατρέποντας το «χριστιανικό γένος των Ρωμαίων» σε «ελληνικό έθνος». Στην εθνική συνειδητοποίηση προστέθηκε σε μια πορεία και η επαναστατική ψυχολογία.
Ο Κολοκοτρώνης και τα παλικάρια του μετά τη μάχη. Ζωγραφιά του Θεόφιλου
Ολη αυτή η κίνηση - απειλή για την παλαιά τάξη πραγμάτων - προκάλεσε την αντίδραση της επίσημης Εκκλησίας, η οποία καταδίκασε τα «αθεΐας λίμπερα» των Γάλλων, ζήτησε να καούν τα «ανίερα» βιβλία (όπως του Βολτέρου) και να αφοριστούν όσοι τα διάβαζαν. Λίγο πριν την Επανάσταση δεν ήταν λίγοι εκείνοι που υποστήριζαν: «Ας αφήσουμε τα παιδιά του Μωάμεθ να αποτελειώσουν τα παιδιά του Ροβεσπιέρου.»2
Ωστόσο, η δυναμική που απελευθέρωσε η αστική τάξη της Γαλλίας δεν κατέστη εφικτό να καταπνιγεί. Οπως υπογράμμισε ο ίδιος ο Θ. Κολοκοτρώνης, «η γαλλική επανάσταση και ο Ναπολέοντας, έκαμε, κατά την γνώμη μου, ν' ανοίξουν τα μάτια του κόσμου.»3
Η ανερχόμενη αστική τάξη δεν υπήρξε μόνον ο κοινωνικός φορέας της εθνικής αφύπνισης - συνειδητοποίησης, αλλά και ο οργανωτής της επανάστασης, στην οποία προσέδωσε σαφές ιδεολογικοπολιτικό περιεχόμενο. Ο Ρήγας Φεραίος μέσα από τον Θούριο πρόβαλλε τόσο ένα απελευθερωτικό σχέδιο όσο και ένα πολιτικό πρόγραμμα. Εκεί, καθώς και στο έργο του Νέα Πολιτική Διοίκησις που ακολούθησε, καλούσε σε εξέγερση όλους τους λαούς της Βαλκανικής («Χριστιανούς και Τούρκους»), με σκοπό το γκρέμισμα της οθωμανικής κυριαρχίας και τη δημιουργία μιας Βαλκανικής ομοσπονδίας. Ο Ρήγας ήρθε σε επαφή με το Διευθυντήριο της Γαλλικής Επανάστασης, ίδρυσε μυστική Εταιρεία και ανέπτυξε δράση στα εμποροβιοτεχνικά κέντρα των Ελλήνων, στον ελλαδικό χώρο και τα Βαλκάνια.
Το σπίτι στην Οδησσό, όπου ιδρύθηκε η Φιλική Εταιρεία
Η σύσταση συνωμοτικών οργανώσεων με ταξικούς - εθνικοαπελευθερωτικούς σκοπούς υπήρξε συνήθης πρακτική για τα αντίστοιχα κινήματα της εποχής. Εκτός από την Εταιρεία του Ρήγα, συγκροτήθηκαν τα επόμενα χρόνια μια σειρά οργανώσεις, όπως η Εταιρεία των Πέντε, το Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον (Παρίσι 1809), η Φιλόμουσος Εταιρεία (Αθήνα 1813) και, βεβαίως, η Φιλική Εταιρεία (Οδησσός 1814). Η τελευταία υπήρξε σαφώς η πιο σημαντική, τόσο από την άποψη της μαζικότητας, όσο και της μαχητικότητας, αλλά και του ρόλου τον οποίο έπαιξε.
Στον πυρήνα της Φιλικής Εταιρείας (ΦΕ) ήταν η αστική τάξη. Στις γραμμές της εντάχθηκαν πολλοί σημαίνοντες έμποροι και τραπεζίτες (όπως οι Α. Κροκίδας ή ο Εμμ. Παππάς αντίστοιχα), εφοπλιστές (όπως οι Κουντουριώτης και Μεξής), κ.ο.κ. Η οργάνωση, η δομή και οι αρχές λειτουργίες της ΦΕ αντλούσαν από την αντίστοιχη ευρωπαϊκή εμπειρία, ιδιαίτερα της καρμποναρίας.
Στη συνέχεια μυήθηκαν στη ΦΕ και κοτζαμπάσηδες (όπως οι Π. Μαυρομιχάλης και Λόντος, οι Ρούφοι και οι Ζαΐμηδες), Φαναριώτες (όπως οι Μαυροκορδάτος, Νέγρης Νούτσος και Φιράρης) και ανώτεροι κληρικοί (όπως οι Α. Γαζής, Παλαιών Πατρών Γερμανός και Ιγνάτιος Ουγγροβλαχίας). Οι δυνάμεις αυτές δεν υπήρξαν ομοιογενείς, δημιουργώντας συχνά αντιθέσεις και τριβές στους κόλπους της Φιλικής, ενώ η στάση τους στην Επανάσταση ποίκιλλε. Τέλος, ενόψει της ταυτόχρονης κήρυξης της Επανάστασης στα Βαλκάνια εντάχθηκαν στη ΦΕ πολλοί Σέρβοι, Βούλγαροι, Μολδαβοί και Βλάχοι. Το 1819-1820 άρχισαν να στρατολογούνται στο Μοριά και μέλη από τις λαϊκές τάξεις.
Παραμονές του 1821, ο μηχανισμός της Φιλικής
Επανάσταση του 1821: Πολεμική σκηνή της εποχής
Εταιρείας

κινητοποιήθηκε για την έκρηξη της Επανάστασης. Στην Πελοπόννησο, όπου θα δινόταν βάρος λόγω της ύπαρξης συμπαγούς ελληνικού πληθυσμού και της έλλειψης σημαντικών οθωμανικών δυνάμεων (οι οποίες είχαν δεσμευτεί για την αντιμετώπιση του Αλή πασά των Ιωαννίνων), στάλθηκαν οι Παπαφλέσσας και Αναγνωσταράς. Στις 22 Φεβρουαρίου 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης (αρχηγός της ΦΕ) πέρασε τα σύνορα της Ρωσίας με την οθωμανική αυτοκρατορία κηρύσσοντας στη Μολδαβία την Επανάσταση.
Το διεθνές πλαίσιο
Η Επανάσταση του 1821 εκδηλώθηκε όταν στη Γαλλία είχε ήδη ηττηθεί ο Ναπολέων (1815) και στην Ευρώπη είχε συγκροτηθεί η Ιερά Συμμαχία, η οποία αντιμετώπιζε με καχυποψία έως και ανοιχτή καταστολή όλα τα ανάλογα πολιτικά - επαναστατικά κινήματα της εποχής (στη Νεάπολη, στη Σικελία, στο Πεδεμόντιο, στη Μαδρίτη, στη Λισαβόνα, κ.α.).
Πολλοί εκ των πρωταγωνιστών των εθνικών - αστικοδημοκρατικών αυτών κινημάτων κατέφυγαν διωκόμενοι στην επαναστατημένη Ελλάδα, λαμβάνοντας ενεργό μέρος στον Αγώνα. Τα φιλελληνικά «κομιτάτα» που εμφανίστηκαν σε μια σειρά χώρες έδρασαν όχι μόνον ως πόλοι συγκέντρωσης χρημάτων και εθελοντών για την επαναστατημένη Ελλάδα, αλλά και ως «βιτρίνες» για τη διεξαγωγή της αστικοδημοκρατικής προπαγάνδας στις ίδιες, σε μια περίοδο έντονων πολιτικών διώξεων.
«Η ναυμαχία του Ναβαρίνου» (πίνακας του Αϊβαζόφσκι, 1846)
Η στάση των Μεγάλων Δυνάμεων δεν υπήρξε ενιαία. Οι αντιθέσεις και η διαπάλη που αναπτύχθηκε μεταξύ Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας, και που εκφράστηκε με τη διαφορετική στρατηγική της κάθε μιας στο λεγόμενο Ανατολικό Ζήτημα, επέδρασαν σημαντικά - κάποια στιγμή αποφασιστικά - στην τελική έκβαση του ελληνικού ζητήματος. Επέδρασαν, όμως, άμεσα και στα διάφορα τμήματα της ελληνικής αστικής τάξης, αναφορικά με τη στάση τους απέναντι στην Επανάσταση.
Κοινωνικές δυνάμεις και Επανάσταση
Η Εκκλησία: 
Ως επικεφαλής του μιλιέτ των Ρουμ η Εκκλησία κατέστη αναπόσπαστο τμήμα των οθωμανικών φεουδαρχικών δομών εξουσίας, επιφορτισμένη με συγκεκριμένα διοικητικά καθήκοντα, εξουσίες και αρμοδιότητες. Αναπτύσσοντας ιστορικά και σε μια πορεία σημαντικούς δεσμούς με το εμπορικό κεφάλαιο, εξελίχθηκε η ίδια σε οικονομική δύναμη. Μεταξύ άλλων, ήταν υπεύθυνη και για τη διατήρηση της ευταξίας στους υπ' ευθύνη της πληθυσμούς. Ετσι, το Πατριαρχείο αρχικά, όχι μόνο δεν ευνόησε, αλλά καταδίκασε και κατέστειλε κάθε απελευθερωτική ιδέα ή κίνηση.
Προς το σκοπό αυτό επιστράτευσε επανειλημμένα το όπλο του αφορισμού: Για τους συμμετέχοντες στα Ορλωφικά (και την παρεπόμενη εξόντωση των κλεφτών του Μοριά), για τις εξεγέρσεις του 1807, του 1808, για την εξέγερση των Σουλιωτών κατά του Αλή Πασά των Ιωαννίνων και - βεβαίως - για την Επανάσταση του 1821.
Η έξοδος του Μεσολογγίου (πίνακας στο παλιό Δημαρχείο Μεσολογγίου)
Η αντεπαναστατική δραστηριότητα της επίσημης Εκκλησίας συνεχίστηκε και στη διάρκεια της Επανάστασης. Βεβαίως, η στάση στις γραμμές της γενικά δεν υπήρξε ενιαία. Σημαντικό μέρος, κυρίως του κατώτερου κλήρου, δε συντάχθηκε με τη γραμμή του Πατριαρχείου, μετέχοντας ενεργά στην Επανάσταση. Μαζί τους και μια σειρά μεσαίοι ή ανώτεροι κληρικοί, όπως οι Φιλικοί Ανθιμος Γαζής και Γρηγόριος (Δίκαιος) Παπαφλέσσας, ο Θεόκλητος Φαρμακίδης, κ.ά.
Οι Φαναριώτες:
Πρόκειται για πρώην ευγενείς του Βυζαντίου που απέκτησαν σημαντικό πλούτο μέσω του εμπορίου, ενώ αναρριχήθηκαν σε υψηλά πόστα της οθωμανικής διοίκησης (Μεγάλου Δραγουμάνου της Πύλης, Δραγουμάνου του Στόλου και Ηγεμόνα της Βλαχίας και Μολδαβίας). Η στάση τους απέναντι στην Επανάσταση επίσης δεν ήταν ενιαία. Ορισμένοι υιοθετούσαν την προοπτική της ένοπλης εξέγερσης και συγκρότησης ενός ανεξάρτητου αστικού κράτους. Οι περισσότεροι, όμως, υποστήριζαν μια πολιτική «εκ των έσω διάβρωσης» της οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπου η ελληνική αστική τάξη θα κυριαρχούσε σταδιακά οικονομικά και πολιτικά.
Οι Φαναριώτες - μέλη της Φιλικής Εταιρείας, όπως οι Α. Μαυροκορδάτος και Θ. Νέγρης, που έλαβαν ενεργό μέρος στην Επανάσταση, κλήθηκαν στη συγκρότηση των πρώτων πολιτειακών θεσμών και μηχανισμών διοίκησης, συνδράμοντας αποφασιστικά στον αστικοφιλελεύθερο χαρακτήρα τους.

Κλέφτες και αρματολοί
Οι κλέφτες ήταν κυρίως πρώην αγρότες ή κτηνοτρόφοι, οι οποίοι, είτε λόγω της φτώχειας είτε από αντίθεση στις οθωμανικές αρχές και τους κοτζαμπάσηδες (χριστιανούς και μουσουλμάνους), κατέφευγαν στην παρανομία, στο βουνό, μακριά από την κατασταλτική δυνατότητα των οργάνων της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι αρματολοί ήταν κλέφτες που αμνηστεύονταν και επανεντάσσονταν στην οθωμανική νομιμότητα, επιφορτιζόμενοι με την τήρηση της τάξης σε συγκεκριμένες περιοχές.
Η διατάραξη των υφιστάμενων κοινωνικών ισορροπιών - συσχετισμών και οι δυναμικές που αναπτύχθηκαν με την Επανάσταση, άνοιξαν νέες προοπτικές για τους ενόπλους, οι οποίοι διεκδίκησαν την απεξάρτησή τους από πρότερες δεσμεύσεις εξουσίας (π.χ. τους προκρίτους), διεκδικώντας αυτόνομη πολιτική παρουσία και ρόλο. Στον απεγκλωβισμό τους αυτό, συνέβαλε τα μέγιστα η αρχική τους στοίχιση με τα πιο ριζοσπαστικά τμήματα της αστικής τάξης, την ΦΕ και τον Υψηλάντη. Εν συνεχεία, η συγκρότηση συγκεντρωτικών αστικών οργάνων που προωθούσαν οι τελευταίοι ήρθε σε αντίθεση με τα νεοαποκτηθέντα τοπικά προνόμιά τους, με αποτέλεσμα να διαταραχθούν οι προηγούμενες συμμαχίες και να διαμορφωθούν νέες.
Οι πρόκριτοι - εφοπλιστές των νησιών: 
Διακρίνονταν από τους προκρίτους της ηπειρωτικής Ελλάδας, αφού, αν και εκπλήρωναν παρόμοιες λειτουργίες στα πλαίσια του οθωμανικού αυτοδιοικητικού συστήματος, η οικονομική τους βάση ήταν πολύ διαφορετική. Αν και το εφοπλιστικό κεφάλαιο έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην προώθηση ενός αστικού τύπου κράτους, παραμονές της Επανάστασης υπήρξε εν μέρει επιφυλακτικό. Οι επιφυλάξεις αυτές οφείλονταν μεταξύ άλλων και στους δεσμούς που διατηρούσε με το αγγλικό κεφάλαιο (η Μ. Βρετανία ήταν τότε κατά της προσβολής της ακεραιότητας της οθωμανικής αυτοκρατορίας). Οι όποιες επιφυλάξεις - αντιδράσεις κάμφθηκαν ή καταργήθηκαν σύντομα με επαναστατική βία από ένα γενικότερο αστικοδημοκρατικό κίνημα, που αναπτύχθηκε στα νησιά αυτά και πριν την Επανάσταση ακόμα, καθώς και από την αλλαγή της βρετανικής πολιτικής απέναντι στην οθωμανική αυτοκρατορία.
Ξυλογραφίες του Α. Τάσσου για το 1821 (από το λεύκωμα «Ελευθερία ή Θάνατος»)
Οι κοτζαμπάσηδες: 
Οι κοτζαμπάσηδες στελέχωναν το κατώτερο τμήμα της οθωμανικής διοικητικής ιεραρχίας. Μεταξύ άλλων, ήταν υπεύθυνοι για τη διαχείριση της κοινοτικής περιουσίας, για την απονομή δικαιοσύνης σε μια σειρά θέματα, για την είσπραξη των φόρων και βεβαίως για την καταστολή των χωρικών στις περιοχές υπ' ευθύνη τους.
Αν και προέρχονταν από τη φεουδαρχία, στα πλαίσια της ιστορικής της αποσύνθεσης, οι κοτζαμπάσηδες σταδιακά αστικοποιούνταν. Η είσπραξη των φόρων, μία από τις κύριες λειτουργίες τους και στοιχείο εμπορευματοχρηματικών σχέσεων, υπήρξε βασικός παράγοντας στην τελική μετάλλαξη - αστικοποίησή τους.
Την εξέλιξή τους αυτή αντανακλά η διφορούμενη στάση τους απέναντι στην Επανάσταση. Από τη μια διέθεταν προνόμια και καθήκοντα συνυφασμένα με το υπάρχον οθωμανικό καθεστώς. Από την άλλη είχαν υλικό συμφέρον για την ανατροπή του. Ετσι, άλλοι εντάχθηκαν στις γραμμές της Φιλικής, άλλοι κράτησαν στάση επιφυλακτική και άλλοι τάχθηκαν εναντίον. Από τη στιγμή της έκρηξης της Επανάστασης, κάποιοι κοτζαμπάσηδες συμπαρατάχτηκαν με τους εμπόρους, τους εφοπλιστές, κ.λπ., ενώ άλλοι βρέθηκαν σε αντιπαράθεση με αυτούς, σε μια προσπάθεια να επικρατήσουν ως η ηγεμονική μερίδα της αστικής τάξης. Η σύγκρουση για τον έλεγχο των επαναστατικών διεργασιών και οργάνων υπήρξε σφοδρότατη.
Η εξέλιξη της Επανάστασης
Η σύγκρουση αυτή εκφράστηκε τόσο στο επίπεδο διαμόρφωσης των νέων επαναστατικών δομών και θεσμών (συντάγματα, διοίκηση, κ.λπ.), όσο και στη διαπάλη για την εξουσία, που δεν άργησε μάλιστα να λάβει και ένοπλη μορφή (οι λεγόμενοι «εμφύλιοι»).
Το Προσωρινόν Πολίτευμα (Σύνταγμα) της Επιδαύρου που ψηφίστηκε στην Α' Εθνοσυνέλευση (Δεκέμβρης 1821) αποτέλεσε μια σύνθεση ιδεών και αρχών, επηρεασμένων από τα αντίστοιχα επαναστατικά Συντάγματα της Αμερικής (1787) και της Γαλλίας (1793 και 1795).
Φώτης Κόντογλου: «Αρματολοί και Κλέφτες», 1948
Αντλώντας από την ιδεολογικοπολιτική δεξαμενή της επαναστατημένης αστικής τάξης και του Διαφωτισμού, το νέο Σύνταγμα προέβλεπε: Τη διάκριση των εξουσιών (Βουλευτικό - Εκτελεστικό), την ανεξιθρησκία, την τυπική ισονομία, την κατοχύρωση των ατομικών, πολιτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, την εισαγωγή καθολικού συστήματος αντιπροσώπευσης και βεβαίως την κατάργηση των όποιων τοπικών - ταξικών προνομίων. Ετσι, τέθηκαν οι βάσεις για τη δημιουργία ενός αστικού κράτους. Οι πολιτικές εξουσίες (και κάποιες από τις οικονομικές) που απολάμβανε μέχρι πρότινος η Εκκλησία στα πλαίσια του φεουδαρχικού συστήματος καταργούνταν ή περιορίζονταν σημαντικά. Η αποδυνάμωση των τοπικών - περιφερειακών διοικήσεων και η μεταφορά των βασικών τους αρμοδιοτήτων στην κεντρική εξουσία, σήμαινε και αντίστοιχη αποδυνάμωση των τοπικών εξουσιών πάνω στις οποίες εδραζόταν μέχρι τότε η πολιτική δύναμη των κοτζαμπάσηδων. Οι βασικές αυτές αρχές επιβεβαιώθηκαν και στις επόμενες Εθνοσυνελεύσεις (Β' του Αστρους, 1823 και Γ' της Τροιζήνας, 1827).
Η διαπάλη, που αρχικά εκφράστηκε σε πολιτικό επίπεδο, οδήγησε γρήγορα στη διάσπαση της κεντρικής Διοίκησης και τη δημιουργία δύο χωριστών κυβερνήσεων: Της Τρίπολης (κοτζαμπάσηδες - Κολοκοτρώνης) και του Κρανιδίου (Υδραίοι, Μαυροκορδάτος, Κωλέττης και οι κοτζαμπάσηδες Λόντος και Ζαΐμης). Σύντομα, οι αντιθέσεις αυτές έλαβαν και ένοπλη μορφή.
Γνωρίζοντας πως το δάνειο από τη Μ. Βρετανία είχε ήδη εγκριθεί, η κυβέρνηση του Κρανιδίου έδρασε αποφασιστικά. Επιτέθηκε σε όλα τα στρατηγικά σημεία που έλεγχε η άλλη πλευρά, κατέλαβε την Ακροκόρινθο, ενώ έθεσε σε πολιορκία Ναύπλιο και Τρίπολη. Δίχως προοπτική άμεσης επικράτησης της μίας ή της άλλης μεριάς, η πρώτη φάση του «εμφυλίου» (α' εξάμηνο του 1824) έληξε με συμβιβασμό, σαφώς όμως υπέρ της κυβέρνησης του Κρανιδίου. Οι «στασιαστές» αμνηστεύτηκαν, αποκλείστηκαν όμως από τα όργανα της κεντρικής διοίκησης.
Βεβαίως, οι προσωρινά ηττημένοι κοτζαμπάσηδες δεν προτίθεντο εύκολα να καταθέσουν τα όπλα. Οταν στις εκλογές της 3ης Οκτωβρίου 1824 για το Βουλευτικό - Εκτελεστικό δεν κατάφεραν και πάλι να συγκεντρώσουν την πλειοψηφία, άρχισαν να προσανατολίζονται ξανά προς την ένοπλη σύγκρουση: Κάτι που το επιδίωκε εξίσου και η άλλη πλευρά, ώστε να λύσει οριστικά το ζήτημα της μορφής άσκησης της εξουσίας. Ξεκίνησε λοιπόν η δεύτερη φάση του «εμφυλίου», που επικεντρώθηκε κυρίως στην Τρίπολη και έληξε στα τέλη του 1824 με ήττα των κοτζαμπάσηδων και τη φυγή τους εκτός Πελοποννήσου.
Τόσο οι ενδοαστικές συγκρούσεις, όσο και οι αλλεπάλληλες στρατιωτικές ήττες τα επόμενα χρόνια (1825-1827) ευνόησαν τις δυνάμεις εκείνες που ζητούσαν περιορισμό των χρονοβόρων κοινοβουλευτικών διαδικασιών και περισσότερο συγκεντρωτική διακυβέρνηση, στα πρότυπα μιας συνταγματικής μοναρχίας.
Σε μια περίοδο, λοιπόν, έντονων πολιτικών ζυμώσεων πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά και η οργάνωση των αντιτιθέμενων συμφερόντων σε κόμματα: Το Αγγλικό, το Γαλλικό και το Ρωσικό. Η ονομασία τους, που παραπέμπει στις αντίστοιχες «προστάτιδες Δυνάμεις», δεν υποδηλώνει εξάρτηση (όπως μονοσήμαντα και ισοπεδωτικά έχει ειπωθεί στο παρελθόν), αλλά τμήματα αστικά προσκείμενα από άποψη συμφερόντων σε κάποιο ισχυρό κράτος.
Οδεύοντας προς τη Γ' Εθνοσυνέλευση, το ζήτημα που βρέθηκε στο επίκεντρο της πολιτικής διαπάλης ήταν η αναζήτηση διεξόδου στο τέλμα των στρατιωτικών επιχειρήσεων (κυριαρχία Ιμπραήμ στη Πελοπόννησο, πτώση Μεσολογγίου, κ.λπ.), μέσω της εξασφάλισης κάποιας διεθνούς διαμεσολάβησης - προστασίας ή την εκλογή ξένου μονάρχη. Στην κατεύθυνση αυτή κινήθηκαν όλα τα κόμματα. Την πρωτοβουλία ανέλαβαν από τα μέσα του 1825 οι «αγγλόφιλοι» με τη λεγόμενη Αίτηση προστασίαςΠράξη υποταγής). Η Γ' Εθνοσυνέλευση ψήφισε τον Ι. Καποδίστρια ως κυβερνήτη της Ελλάδος.
Το καλοκαίρι του 1827, η πορεία της Επανάστασης φαινόταν καταδικασμένη. Η πορεία αυτή ανατράπηκε από μια σειρά παρεμβάσεις του διεθνούς παράγοντα. Το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης (1826) και η Συνθήκη του Λονδίνου (1827), η ναυμαχία του Ναβαρίνου (Οκτώβρης 1827), ο ρωσοτουρκικός πόλεμος (1828-1829) και η αποστολή γαλλικού εκστρατευτικού σώματος κατά του Ιμπραήμ στο Μοριά (Ιούλιος 1828) υπήρξαν γεγονότα - σταθμοί ενόψει της αναγνώρισης της Ελλάδας ως ανεξάρτητου κράτους (Πρωτόκολλο του Λονδίνου, 3 Φεβρουαρίου 1930). Βασικός όρος της ανεξαρτησίας των Ελλήνων υπήρξε η μορφή του πολιτεύματος, το οποίο όφειλε να είναι μοναρχικό.
Τον Ιανουάριο του 1828 αφίχθη στην επαναστατημένη Ελλάδα ο Ι. Καποδίστριας. Ο νέος κυβερνήτης προέβη άμεσα στη συγκέντρωση όλων των εξουσιών, γνωρίζοντας πως για να εφαρμοστούν οι αναγκαίες αστικές μεταρρυθμίσεις και να στερεωθεί το αστικό κράτος απαιτούνταν άμεσες κινήσεις, απαλλαγμένες από χρονοβόρες κοινοβουλευτικές διαδικασίες, επιβαλλόμενες με πειθώ ή και αυταρχισμό - όπου και όποτε αυτό κρινόταν αναγκαίο.
Οι αποκλεισμένοι από την εξουσία συσπειρώθηκαν και ανασυντάχθηκαν συγκροτώντας το μέτωπο των «συνταγματικών» με κέντρο την Υδρα. Η ένοπλη σύγκρουση δεν άργησε και γρήγορα γενικεύτηκε. Συνεχίστηκε δε και μετά τη δολοφονία του Ι. Καποδίστρια στις 9 Οκτωβρίου 1831, δίχως όμως μια από τις δύο πλευρές να μπορεί να επικρατήσει οριστικά επί της άλλης. Το 1932, λοιπόν, η κεντρική εξουσία είχε σχεδόν αποσυντεθεί ολοκληρωτικά, ενώ η ύπαιθρος στεκόταν ρημαγμένη από μια δεκαετία πολέμου και εχθροπραξιών.
Υπό αυτές τις συνθήκες στις 25 Ιανουαρίου 1833 αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο από τη βρετανική φρεγάτα Μαδαγασκάρη ο Οθωνας, υποσχόμενος να βάλει τέρμα στην «αναρχία» του παρελθόντος και εγκαθιδρύοντας - σύμφωνα πάντοτε με τους όρους των σχετικών διεθνών συνθηκών - καθεστώς απόλυτης μοναρχίας. Το ελληνικό αστικό κράτος άρχιζε να κάνει τα πρώτα του βήματα.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. Κασομούλης Ν., Ενθυμήματα στρατιωτικά, τ. Γ, 1942, σελ. 625-626.
2. Gazette de France, 7 Ιουλίου 1821, στο Μοσκώφ Κ., Ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης, 1988, εκδ. Καστανιώτη, σελ. 95-96.
3. Κολοκοτρώνης Θ., Διηγήσεις των συμβάντων της Ελληνικής Φυλής, 1889, Εστία, σελ. 49.
Το κείμενο είναι βασισμένο σε ομώνυμο άρθρο που δημοσιεύτηκε στην ΚΟΜΕΠ, τ. 2, 2011.

Του Αναστάση ΓΚΙΚΑ*
* είναι  Δρ. Πολιτικών Επιστημών, συνεργάτης του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ

Τρίτη 8 Μαρτίου 2011

Το κρίμα στο λαιμό τους!

Κυβέρνηση Κερατέας
διά μέσω Μαλακάσας...

Την περασμένη Τετάρτη η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ στη συνάντησή της με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, που ζητήθηκε από το ΚΚΕ ειδικά για το θέμα των μεταναστών, δήλωσε:
«Ζητήσαμε αυτή τη συνάντηση για να εκφράσουμε τη μεγάλη αγωνία μας για το ποια θα είναι η εξέλιξη με τους 300 απεργούς πείνας. Η θέση μας είναι γνωστή και καθαρή. Θεωρούμε ότι πρέπει να λύσει το πρόβλημα η κυβέρνηση, να μην έχει γινάτι πάνω σε αυτό το ζήτημα και να τους νομιμοποιήσει. Αλλωστε, έχει ένα νομικό οπλοστάσιο στα χέρια της, που μπορεί να βρει ορισμένες θετικές λύσεις προς αυτή την κατεύθυνση και επιτέλους ας το χρησιμοποιήσει το νομικό οπλοστάσιο, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα, να κερδηθεί χρόνος και να επιλυθεί οριστικά».
*
Ακριβώς την ίδια μέρα, ο υπουργός Εσωτερικών, επιμένοντας στην εγκληματική κυβερνητική τακτική, δήλωσε ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να προχωρήσει σε νομιμοποίηση των μεταναστών.
«Η ελληνική κυβέρνηση - κατά την μόνιμη επωδό του Ραγκούση - έχει εξαντλήσει όλα τα περιθώρια του νόμου. Τους εξηγήσαμε γιατί η Ελλάδα δεν μπορεί να προχωρήσει σε μαζικές νομιμοποιήσεις».
*
Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που η ψευτιά τίθεται στην υπηρεσία της απανθρωπιάς.
Την επόμενη μέρα ο «Ριζοσπάστης» (3/3/2011, σελίδα 3) σημείωνε σε αναλυτικό ρεπορτάζ σχετικά με το νόμο 3907 του 2011, το νόμο δηλαδή που επικαλείται η κυβέρνηση για να μην κάνει τις νομιμοποιήσεις:
«Ομως, βάσει του άρθρου 21, παράγραφος 4, του ιδίου νόμου "οι αρμόδιες κατά περίπτωση αρχές μπορούν ανά πάσα στιγμή να χορηγούν αυτοτελή άδεια διαμονής για λόγους φιλευσπλαχνίας, ανθρωπιστικούς ή άλλους λόγους σε υπήκοο τρίτης χώρας, ο οποίος διαμένει παράνομα στην ελληνική επικράτεια, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Η' του ν. 3386/2005"».
Μάλιστα, αμέσως παρακάτω, το ρεπορτάζ του «Ρ» πρόσθετε:
«...στις διατάξεις του Κεφαλαίου Η' του ν. 3386/2005, που επικαλείται ο πρόσφατος νόμος 3907, προβλέπεται και η νομιμοποίηση μεταναστών για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Επομένως, το όλο ζήτημα δεν έχει να κάνει με νομική αδυναμία της κυβέρνησης να νομιμοποιήσει τους απεργούς μετανάστες, αλλά με έλλειψη πολιτικής βούλησης να το πράξει και με επίδειξη πυγμής απέναντι σε όλους τους μετανάστες και συνολικότερα το λαϊκό κίνημα».
*
Είναι προφανές, λοιπόν, ότι η κυβέρνηση κάθε άλλο παρά έχει «εξαντλήσει» τα περιθώρια του νόμου. Το μοναδικό που έχει πραγματικά εξαντλήσει, έχει ξεχαρβαλώσει, έχει κονιορτοποιήσει είναι την έννοια της «ανθρωπιάς».
Η κυβέρνηση κάνει επιλεκτική χρήση ακόμα και αυτού του προσφάτως ψηφισθέντος νόμου 3907/2011. Τις διατάξεις του νόμου, σύμφωνα με τις οποίες «ανά πάσα στιγμή» μπορούν να χορηγηθούν άδειες παραμονής σε μετανάστες για λόγους «φιλευσπλαχνίας», «ανθρωπιστικούς» ή «άλλους λόγους», ανάμεσα σε αυτούς για λόγους «δημοσίου συμφέροντος», η κυβέρνηση παριστάνει ότι τις αγνοεί!
Αλλά, τι μεγαλύτερος λόγος «δημοσίου συμφέροντος» υπάρχει για την εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης, από το να μην καταγραφεί η Ελλάδα μια χώρα όπου οι μετανάστες θα πεθαίνουν από απεργίες πείνας και δίψας;
*
Κάθε λεπτό που περνάει πλέον είναι κρίσιμο.
Μέχρι τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι γραμμές, η κυβέρνηση του Παπανδρέου συνεχίζει να επιδεικνύει ασύλληπτη αγριότητα. Εχει απέναντί της 300 κολασμένους, επί χρόνια καταπιεζόμενους, ανθρώπους που επί πέντε και δέκα χρόνια τους εκμεταλλεύονται στα κάτεργα της μαύρης εργασίας, και που ενώ ζητούν πια το αυτονόητο, να πάψουν να ζουν κυνηγημένοι, εκείνη, η κυβέρνηση, κάνει επίδειξη τσαμπουκά (!) πάνω στα σκελετωμένα τους σώματα από την απεργία πείνας!
Τους στέλνει στο θάνατο!

Γράφει:
ο Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ
Είμαστε όλοι μετανάστες

«Στις φάμπρικες της Γερμανίας
και στου Βελγίου τις στοές
πόσα παιδιά σκληρά δουλεύουν
και κλαίνε οι μάνες μοναχές
*
Κακούργα μετανάστευση
κακούργα ξενιτιά
μας πήρες απ' τον τόπο μας
τα πιο καλά παιδιά
*
Στη μακρινή την Αυστραλία
και πέρα στην Αμερική
στον Καναδά, στη Βραζιλία
πόσα παιδιά πονούν κι εκεί
*
Κάνε κουράγιο μετανάστη
κάνε λεβέντη μου υπομονή
του γυρισμού σου το καράβι
πάλι μια μέρα θα φανεί»
*

(«Στις φάμπρικες της Γερμανίας»,
Στέλιος Καζαντζίδης, Κώστας Βίρβος)
Ο «τσαμπουκάς» της απανθρωπιάς
  
Σε μια άνευ προηγούμενου επίδειξη αντιμεταναστευτικής απανθρωπιάς, στις 31 του Γενάρη 2011, το υπουργείο Εσωτερικών εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρει τα εξής:
«...ο Υπουργός Εσωτερικών με απόφασή του, που υπεγράφη σήμερα, καταργεί την υπ ' αριθ. 1719/26.01.2009 (ΦΕΚ 91 Β΄) απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών "Παραπομπή υποθέσεων στην Επιτροπή του άρθρου 89 του ν. 3386/2005)"».
*
Προσέξτε τι σημαίνουν τα προηγούμενα:
Ο Ραγκούσης, όπως ανακοίνωσε υπερηφάνως, κατάργησε (!) την προηγούμενη απόφαση που είχε ληφθεί επί ΝΔ, η οποία αφορούσε 15 όλους κι όλους μετανάστες προς τους οποίους είχαν δοθεί νομιμοποιητικά έγγραφα.
*
Επιπλέον, ο Ραγκούσης, όπως σημειώνεται στην ίδια ανακοίνωση, όχι απλώς παίρνει πίσω την απόφαση, αλλά να και πώς το «εξηγεί»:
Η νομιμοποίηση εκείνη - λέει ο Ραγκούσης - έγινε
«για μόνον τον λόγο της κατάστασης στην οποία είχε περιέλθει η υγεία τους κατόπιν απεργίας πείνας αυτών με αίτημα τη νομιμοποίησή τους»!
*
Για όσους δεν κατάλαβαν,
ο «σοσιαλιστής» Ραγκούσης είναι τόσο άτεγκτος που όχι μόνο δεν δίνει την άδεια να ζήσουν στους 300 της Υπατίας και της Θεσσαλονίκης, αλλά αφαιρεί τη σχετική άδεια και σε όσους την είχαν λάβει πριν χρόνια!
Επιπλέον, κατά τον «σοσιαλιστή» Ραγκούση, η ελληνική Πολιτεία δεν μπορεί να φέρεται ανθρώπινα σταθμίζοντας «μόνον» (!) την κατάσταση της υγείας ενός απεργού πείνας.
Δεν μπορεί, κατά τον «σοσιαλιστή» Ραγκούση, να λογίζεται «μόνον» (!) ο θάνατος ως κριτήριο επιείκειας.
Κατά τον «σοσιαλιστή» Ραγκούση, δεν μπορεί να επιδεικνύεται ανθρωπιά για «μόνον» (!) το λόγο ότι σιγοσβήνει ένας άνθρωπος.
Ο θάνατος, η αφαίρεση μιας ζωής, σύμφωνα με τον ταξικό κανιβαλισμό της κυβέρνησης Παπανδρέου - Ραγκούση, δεν είναι παρά «μόνον» (!) ένας λόγος...
Αυτός είναι ο «σοσιαλισμός» τους. Αυτή και η «ανθρωπιά» του.

Δευτέρα 7 Μαρτίου 2011

8 ΜΑΡΤΗ ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ

Το ΚΚΕ για την ισοτιμία και τη χειραφέτηση των γυναικών

Αποσπάσματα από τη «Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη Διεθνή Μέρα της Γυναίκας. 100 χρόνια από την καθιέρωσή της στο Συνέδριο των Σοσιαλιστριών Γυναικών με πρόταση της Κλάρα Τσέτκιν»


1.(...)Το γυναικείο ζήτημα ως ιστορικό κοινωνικό φαινόμενο είναι ένα σύμπλεγμα οικονομικών, πολιτικών, πολιτιστικών ανισοτιμιών και διακρίσεων που εκδηλώνονται σε όλες τις κοινωνικές σχέσεις, συμπεριλαμβανομένων και των σχέσεων των δυο φύλων και πηγάζει από τις ταξικές σχέσεις εκμετάλλευσης. Μπήκε στην πραγματική κοίτη του, από τους ιδρυτές του επιστημονικού σοσιαλισμού - κομμουνισμού, Μαρξ και Ενγκελς, που ανέδειξαν την ταξική φύση του, την αντανάκλασή του στο εποικοδόμημα, νομικό, πολιτικό, ιδεολογικό, πολιτιστικό, κάθε εκμεταλλευτικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού και τις προϋποθέσεις για τη λύση του.
Οι Μαρξ και Ενγκελς και στη συνέχεια ο Λένιν απέδειξαν ότι η απελευθέρωση της γυναίκας από την ταξική εκμετάλλευση και τη διπλή καταπίεση, η πραγματική ισοτιμία της με τον άντρα μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Οι θεμελιωτές του επιστημονικού σοσιαλισμού και της σοσιαλιστικής επανάστασης υπογράμμισαν τις συνθήκες μέσα στις οποίες μπορεί να συνδυαστεί χωρίς αντιφάσεις η συμμετοχή της γυναίκας στην κοινωνική εργασία με τη μητρότητα. Να απαλλαγεί η γυναίκα και η οικογένεια από το μεγαλύτερο μέρος των άχαρων και κοπιαστικών εργασιών του νοικοκυριού, μετατρέποντας αυτές σε κοινωνική εργασία. Ετσι ώστε γυναίκες και άντρες θα εργάζονται, θα συμμετέχουν στους θεσμούς του εργατικού και κοινωνικού ελέγχου από τα κάτω προς τα πάνω, θα έχουν ελεύθερο χρόνο για να αναπτύσσουν ολόπλευρα τα ενδιαφέροντα και τις ικανότητές τους, τη συλλογικότητά τους, την κομμουνιστική διεθνιστική αλληλεγγύη.
Ο Λένιν στο άρθρο του «Η σοβιετική εξουσία και η θέση της γυναίκας», το Νοέμβρη του 1919, έγραφε:

«Δεν μπορεί να υπάρχει, δεν υπάρχει και ούτε θα υπάρξει πραγματική "ελευθερία", ωσότου δε λυτρωθεί η γυναίκα από τα προνόμια που ο νόμος παραχωρεί στον άντρα, δε λυτρωθεί ο εργάτης από το ζυγό του κεφαλαίου, δε λυτρωθεί ο εργαζόμενος αγρότης από το ζυγό του καπιταλιστή, του τσιφλικά, του εμπόρου».Για την επίτευξη αυτού του στόχου, έβαλε τη σφραγίδα του το κίνημα των κομμουνιστών και κομμουνιστριών από τα πρώτα χρόνια της αυτοτελούς οργάνωσης του σύγχρονου επαναστατικού εργατικού, του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Στο βαθμό που αυτές οι αξίες και οι στόχοι επέδρασαν και επιδρούν στο οργανωμένο γυναικείο κίνημα, αυτό ριζοσπαστικοποιείται. Ετσι ξεχώρισε ιστορικά από τα όποια γυναικεία, προοδευτικά για την εποχή τους, κινήματα που έδρασαν σε διάφορες ιστορικές περιόδους. Τα κινήματα αυτά γρήγορα ξεπεράστηκαν λόγω των περιορισμένων αιτημάτων και του εγκλωβισμού τους στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος, με τον περιορισμένο αγώνα για την έκφραση της ισοτιμίας στους αστικούς νόμους. Αφησαν άθικτες τις ανισότητες που σχετίζονται με την άνιση μεταχείριση της γυναίκας, την εκμετάλλευση στην εργασία. Το γυναικείο κίνημα, η γενικότερη πάλη για την ισοτιμία και χειραφέτηση της γυναίκας συμβάλλει στην ευαισθητοποίηση του ταξικά προσανατολισμένου εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και γενικότερα του ριζοσπαστικού λαϊκού κινήματος των φτωχών αγροτών και των μικρεμπόρων, των αυτοαπασχολούμενων με τους εξειδικευμένους στόχους πάλης για τις ιδιαίτερες ανάγκες των γυναικών της εργατικής, λαϊκής οικογένειας.



Στη διάρκεια του 20ού αιώνα, όλα τα κόμματα υιοθέτησαν στα Προγράμματα, και κυρίως στις διακηρύξεις τους, θέσεις για την ισοτιμία της γυναίκας. Αρκετές γυναίκες που ανήκαν σε αστικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα είχαν μια ορισμένη προσφορά σε αγώνες για την ψήφο των γυναικών, για την κατάργηση αναχρονιστικών νόμων. Η διαφορά του ΚΚΕ είναι ότι δε βλέπει τις γυναίκες αποκλειστικά και μόνο ως γυναικείο φύλο έναντι του αντρικού φύλου. Απορρίπτει τις σκόπιμα αταξικές ερμηνείες περί πατριαρχικής και ανδροκρατικής κοινωνίας που υποστηρίζουν όλοι εκείνοι οι οποίοι στηρίζουν το καπιταλιστικό σύστημα ή δεν έχουν τη θέληση και την τόλμη να το αμφισβητήσουν.Η μεγάλη διαφορά του ΚΚΕ με τα άλλα κόμματα είναι ότι αυτά την ισοτιμία των γυναικών τη βλέπουν στα χαρτιά και όχι στη ζωή, τη βλέπουν σε αντιπαράθεση με τους άντρες και την «εξουσία» που κατέχουν. Βλέπουν την ισοτιμία να σταματά εκεί που απειλείται η κερδοφορία του κεφαλαίου και η σταθερότητα του αστικού πολιτικού συστήματος. Δε θέλουν και δεν μπορούν να χτυπήσουν την ανισότητα στη ρίζα.
Οι γυναίκες δε συνιστούν ούτε τάξη, ούτε ένα ενιαίο στρώμα. Αυτές που έχουν αντικειμενικό συμφέρον από τη ριζική λύση του προβλήματος είναι οι γυναίκες που ανήκουν στην εργατική τάξη, την τάξη που θα απελευθερώσει την κοινωνία από κάθε μορφής εκμετάλλευση, σε κοινή δράση με εκείνους τους αυτοαπασχολούμενους και τους φτωχούς αγρότες, που, λόγω της θέσης τους στην εκμεταλλευτική κοινωνία, η προοπτική τους είναι δεμένη με το σοσιαλισμό. Η νίκη της αντεπανάστασης χειροτέρευσε τους όρους της πάλης των γυναικών και χρησιμοποιείται από τα αστικά κόμματα και τον οπορτουνισμό για την υποταγή στο σύστημα.



2. Η ΚΕ του ΚΚΕ καλεί τις γυναίκες και τους άντρες εργατοϋπάλληλους, αυτοαπασχολούμενους, φτωχούς αγρότες και αγρότισσες να τιμήσουν την κορυφαία αυτή επέτειο, την πάλη στη μακρόχρονη ιστορία για την κοινωνική ισότητα, τη χειραφέτηση και την ισοτιμία της γυναίκας. Να τιμήσουν τον αγώνα των γυναικών για ισότιμα δικαιώματα με τον άντρα, αναβαθμισμένα και για τα δύο φύλα και όχι στην εξισωτική μείωσή τους, στην εργασία, στην οικογένεια, σε κάθε πτυχή της κοινωνικής δραστηριότητας. Να παλέψουν μαζί με τις γυναίκες, με το οργανωμένο κίνημα για τις ιδιαίτερες ανάγκες που προκύπτουν από την αναπαραγωγική λειτουργία του γυναικείου οργανισμού, τα κοινωνικά προβλήματα και τις προκαταλήψεις που βιώνουν με σύγχρονες μορφές οι γυναίκες και που εμποδίζουν την ωρίμανση της συνείδησης και την ανάπτυξη της δράσης τους. Να αντιστοιχίσουν τον αγώνα τους με τις απαιτήσεις που προβάλλει η βάρβαρη εξειδικευμένη επίθεση της ΕΕ, των αστικών κομμάτων, παντού και στην Ελλάδα, εναντίον των εργαζόμενων γυναικών, ιδιαίτερα της νέας γυναίκας, της νεολαίας.
Ο Ενγκελς, από το 1885, σε γράμμα του αναφέρει:
«Το ότι η εργαζόμενη γυναίκα έχει ανάγκη, λόγω των ειδικών φυσιολογικών λειτουργιών της, από ιδιαίτερη υποστήριξη στον αγώνα ενάντια στην καπιταλιστική εκμετάλλευση, είναι για μένα ολοκάθαρο. Οι περισσότεροι από τους Αγγλους, που υποστηρίζουν το τυπικό δικαίωμα των γυναικών να υποβάλλονται από τους καπιταλιστές στην ίδια εκμετάλλευση με τους άντρες, ενδιαφέρονται στην ουσία, άμεσα είτε έμμεσα, για την καπιταλιστική εκμετάλλευση των εργαζομένων και των δύο φύλων. Ομολογώ ότι μ' ενδιαφέρει πιο πολύ η υγεία της επερχόμενης γενιάς απ' ό,τι η απόλυτη τυπική ισότητα των δύο φύλων...».



Το απόσπασμα αυτό του Ενγκελς διατηρεί την επικαιρότητά του έως τις μέρες μας, οδηγώντας στην εκτίμηση ότι η τυπική ισότητα της γυναίκας, η διακήρυξη για την εξίσωση των δύο φύλων αποτελεί φύλλο συκής της συνεχιζόμενης και εντεινόμενης ανισότητας.Η ΚΕ καλεί τις γυναίκες και τους άντρες των λαϊκών στρωμάτων πάνω απ' όλα να κάνουν ένα σοβαρό βήμα στην αποκατάσταση του χαρακτήρα αυτής της επετείου που ιδιαίτερα τα τελευταία 20 χρόνια έχει αλλοιωθεί τόσο στην Ελλάδα όσο και σε ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο. Ευθύνη για αυτή τη διαστρέβλωση φέρουν οι κυβερνήσεις, τα αστικά πολιτικά κόμματα, οι ρεφορμιστικές και οπορτουνιστικές οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένου και μεγάλου αριθμού γυναικείων οργανώσεων και κινήσεων, καθώς και η μεγάλη πλειοψηφία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
3. (...) Το προσκλητήριο κάλεσμα του ΚΚΕ για αντεπίθεση, ρήξη, ανατροπή είναι επίκαιρο, πολύ περισσότερο τώρα που η καταιγίδα των αντιλαϊκών μέτρων έχει χτυπήσει την πόρτα κάθε λαϊκού νοικοκυριού. Οι εργαζόμενες γυναίκες τη βιώνουν πρώτες με την αύξηση των απολύσεων, την ανεργία, την επέκταση των «ευέλικτων μορφών» απασχόλησης, με την αύξηση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης, με τη μείωση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων και των συντάξιμων αποδοχών, με την επέκταση της εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης σε Παιδεία, Υγεία, Πρόνοια (...) με τη μείωση του ελεύθερου χρόνου, που οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερη ανάγκη.

Οι γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων, που βιώνουν τις παλαιές, αλλά ιδιαίτερα τις νέες μορφές ταξικής εκμετάλλευσης και καταπίεσης στις οικονομικές, αλλά και στις κοινωνικές - πολιτιστικές σχέσεις, μπορούν και πρέπει να σηκώνουν τη σημαία του αγώνα. Να εμποδίσουν όσο το δυνατόν περισσότερο την εφαρμογή των αντιλαϊκών μέτρων. Να διεκδικήσουν τη βελτίωση της θέσης τους. Να ανακουφιστούν από τα βάρη, σύμφωνα με τις νέες δυνατότητες της επιστήμης και της τεχνικής, του επιπέδου ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, του πλούτου που παράγεται με τη δική τους εργασία. Αγώνας που πρέπει να συνεχιστεί μέχρι την τελική λύση. Να συμβάλουν στην οικοδόμηση της λαϊκής συμμαχίας που θα παλεύει για τη λαϊκή εξουσία, την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, την απαγκίστρωση από τις ιμπεριαλιστικές δεσμεύσεις. Σε αυτή την εξουσία της εργατικής τάξης με τα σύμμαχα λαϊκά στρώματα θα μετέχουν, θα παίρνουν ενεργό, δραστήριο μέρος και οι ίδιες οι γυναίκες, για να βάλουν γερά θεμέλια για την ισοτιμία τους με τους άντρες και γενικότερα για την κοινωνική ευημερία.
4. Στην Ελλάδα υπάρχει θετική πείρα από τη δράση του αγωνιστικού, ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος, με πυρήνα τις εργάτριες, τις υπαλλήλους και οπωσδήποτε με τις μη συμβιβασμένες εργατικές οργανώσεις, με το ΠΑΜΕ, την ΠΑΣΥ, το ριζοσπαστικό πόλο των ΕΒΕ και ιδιαίτερα τη δράση και τη μεγάλη προσφορά του ΚΚΕ, του κόμματος που από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής του έριξε άπλετο φως στην άμεση σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην ταξική εκμετάλλευση και καταπίεση με τη φυλετική.

Στην Ευρώπη, και παγκόσμια, υπάρχει ως παρακαταθήκη η πρωτόγνωρη πείρα που έφερε ο 20ός αιώνας με τη νίκη της Μεγάλης Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης του 1917 στη Ρωσία, με πρόδρομο την Παρισινή Κομμούνα (1871).Στις χώρες που οικοδομήθηκε ο σοσιαλισμός έγινε ένα άλμα για την ισοτιμία της γυναίκας και μάλιστα σε χώρες που υπήρχε βαριά κληρονομιά οικονομικής, μορφωτικής και πολιτιστικής καθυστέρησης, προκαπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων και αναχρονιστικών αντιλήψεων.
Οι κατακτήσεις των γυναικών στις χώρες του σοσιαλισμού δεν έχουν καμία σύγκριση με τις όποιες κατακτήσεις απέσπασε το εργατικό και γενικότερο λαϊκό κίνημα στις χώρες του καπιταλισμού, ακόμα και στις πιο αναπτυγμένες. Δε συγκρίνονται αυτές σε ουσία και ανωτερότητα με τις όποιες παραχωρήσεις έκαναν τα αστικά κράτη στις εργαζόμενες και στις άλλες γυναίκες, είτε κάτω από την πίεση των αγώνων, είτε για να τις ενσωματώσουν, είτε για να πετύχουν ακόμα μεγαλύτερη κερδοφορία με την άνοδο της παραγωγικότητας.
Απόδειξη των πρωτοποριακών πρωτόγνωρων κατακτήσεων των γυναικών, από τα πρώτα βήματα της επαναστατικής εργατικής εξουσίας, απόδειξη και των ασύγκριτων πλεονεκτημάτων του σοσιαλισμού ακόμα και σε σύγκριση με το σημερινό αναπτυγμένο καπιταλιστικό σύστημα, δίνει ο Λένιν στο άρθρο του «Η Μεγάλη Πρωτοβουλία» (Ιούνης 1919):

«Κανένα δημοκρατικό κόμμα στον κόσμο σε καμία από τις προχωρημένες αστικές δημοκρατίες δεν έκανε από αυτή την άποψη μέσα σε ολόκληρες δεκαετίες ούτε το ένα εκατοστό από όσα κάναμε εμείς στον πρώτο κιόλας χρόνο της εξουσίας μας. Δεν αφήσαμε, με την πραγματική σημασία της λέξης, πέτρα πάνω στην πέτρα από τους αισχρούς εκείνους νόμους για την ανισοτιμία της γυναίκας, για τους περιορισμούς στα διαζύγια, για τις απαίσιες διατυπώσεις που περιβάλλανε το διαζύγιο, για τη μη αναγνώριση των εξώγαμων παιδιών, για την αναζήτηση των πατεράδων τους κ.λπ. ...Οσο πιο παστρικά όμως καθαρίζουμε το έδαφος από τη σαβούρα των παλιών αστικών νόμων και θεσμών, τόσο πιο ξεκάθαρο γίνεται για μας ότι πρόκειται μονάχα για το καθάρισμα του εδάφους πριν από την ανοικοδόμηση, όχι όμως ακόμη και για την ίδια την ανοικοδόμηση.Η γυναίκα εξακολουθεί να είναι σκλάβα του σπιτικού, παρ' όλους τους απελευθερωτικούς νόμους, γιατί την πιέζει, την πνίγει, την αποβλακώνει, την ταπεινώνει το μικρό σπιτικό νοικοκυριό, που την καρφώνει στην κουζίνα και στα παιδιά και σπαταλά την εργατική της δύναμη σε μια δουλειά μέχρι εξωφρενισμού, μη παραγωγική, τιποτένια, εκνευριστική, αποβλακωτική, βασανιστική... Οι κοινές εστίες φαγητού, οι βρεφικοί σταθμοί, οι παιδικοί κήποι - να τα δείγματα αυτών των φιντανιών, να τα απλά, τα καθημερινά μέσα [...] που στην πράξη είναι ικανά να απελευθερώσουν τη γυναίκα, στην πράξη είναι ικανά να ελαττώσουν και να εξαλείψουν την ανισοτιμία της με τον άντρα, σ' ό,τι αφορά το ρόλο της στην κοινωνική παραγωγή και στην κοινωνική ζωή. Τα μέσα αυτά δεν είναι καινούρια, έχουν δημιουργηθεί (όπως και όλες γενικά οι υλικές προϋποθέσεις του σοσιαλισμού) από το μεγάλο καπιταλισμό, όμως μέσα στο καπιταλιστικό καθεστώς [...] - έγιναν μικροεμπορικές επιχειρήσεις με όλες τις χειρότερες πλευρές της κερδοσκοπίας, του κέρδους, της απάτης, της νοθείας, είτε κατάντησαν "ακροβατισμοί της αστικής φιλανθρωπίας", που οι καλύτεροι εργάτες με το δίκιο τους τη μισούσαν και την περιφρονούσαν».

Ο σύγχρονος καπιταλισμός, απαντώντας αντιδραστικά στην κοινωνική ανάγκη για μαζική ένταξη των γυναικών στην κοινωνική εργασία και ελάφρυνσή της από μέρος των εργασιών του νοικοκυριού, γενίκευσε την εμπορευματοποίησή τους - όμως η γυναίκα της εργατικής και λαϊκής οικογένειας είτε δεν μπορεί να έχει πρόσβαση σε αυτές τις υπηρεσίες - εμπορεύματα, είτε τις αποκτά με εξουθενωτικά ωράρια εργασίας. Ετσι, παρά τα βήματα της νομικής ισοτιμίας, διατηρείται η κοινωνική ανισοτιμία. Εκφράζεται με νέες δυσκολίες στη θέση της γυναίκας μέσα στην οικογένεια, στις σχέσεις των δύο φύλων που εκδηλώνονται με νέες μορφές.Οι Κ. Μαρξ και Φ. Ενγκελς είχαν δώσει απάντηση ήδη από το 1848 με το πρώτο Πρόγραμμα, το «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», για το πώς έπρεπε να είναι η προλεταριακή οικογένεια, όταν εξαλειφθεί η αστική:
«Πάνω σε ποια βάση στηρίζεται η σημερινή, η αστική οικογένεια; Πάνω στο κεφάλαιο, πάνω στο ατομικό κέρδος. Η οικογένεια αυτή στην ολωσδιόλου αναπτυγμένη μορφή της υπάρχει μονάχα για την αστική τάξη. Εχει όμως το συμπλήρωμά της στην αναγκαστική έλλειψη της οικογένειας για τον προλετάριο και στη δημόσια πορνεία.
Η αστική οικογένεια εξαλείφεται φυσικά μαζί με την εξάλειψη αυτού του συμπληρώματός της, και το ένα όσο και το άλλο εξαφανίζονται μαζί με την εξαφάνιση του κεφαλαίου.
Μας κατηγοράτε γιατί θέλουμε να καταργήσουμε την εκμετάλλευση των παιδιών από τους γονείς τους; Το ομολογούμε το έγκλημα.
Μας λέτε, όμως, ότι καταργούμε τις πιο προσφιλείς σχέσεις αντικατασταίνοντας τη σπιτική ανατροφή με την κοινωνική ανατροφή.
Και μήπως και η δική σας ανατροφή δεν καθορίζεται απ' την κοινωνία; Μήπως δεν καθορίζεται από τις κοινωνικές συνθήκες μέσα στις οποίες ανατρέφετε τα παιδιά σας με την άμεση ή έμμεση ανάμειξη της κοινωνίας, με το σχολείο κ.λπ.; Την επίδραση της κοινωνίας στην ανατροφή δεν την εφευρίσκουν οι κομμουνιστές, μόνο που αλλάζουν το χαρακτήρα της, αποσπούν την ανατροφή από την επίδραση της κυρίαρχης τάξης».

Ο Ενγκελς στο έργο του «Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους» (1884) ανέφερε:«Με το πέρασμα των μέσων παραγωγής σε κοινή ιδιοκτησία παύει η ατομική οικογένεια να είναι κοινωνικοοικονομική μονάδα της κοινωνίας. Το ατομικό νοικοκυριό μετατρέπεται σε κοινωνικό λειτούργημα. Η περιποίηση και η ανατροφή των παιδιών γίνεται δημόσια υπόθεση».
Στο ίδιο έργο του περιέγραφε τις προϋποθέσεις για την ελευθερία του γάμου και του διαζυγίου ως εξής:
«Η πλέρια ελευθερία στη σύναψη του γάμου μπορεί τότε μονάχα να πραγματοποιηθεί γενικά, όταν η κατάργηση της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής και των σχέσεων ιδιοκτησίας που δημιούργησε βγάλει από τη μέση όλους τους δευτερεύοντες οικονομικούς λόγους που και τώρα ακόμα επιδρούν τόσο πολύ στην εκλογή συζύγου. Τότε πια δε μένει κανένα άλλο κίνητρο από την αμοιβαία κλίση. (...) Ο γάμος που βασίζεται στον έρωτα είναι από τη φύση του μονογαμικός. (...) Αυτά όμως που θα χάσει οπωσδήποτε η μονογαμία είναι όλα τα χαρακτηριστικά που απόχτησε με την προέλευσή της από τις σχέσεις ιδιοκτησίας και τα χαρακτηριστικά αυτά είναι πρώτα η κυριαρχία του άντρα και δεύτερο το αδιάλυτο του γάμου. (...) Αν είναι ηθικός μονάχα ο γάμος που βασίζεται στην αγάπη, το ίδιο παραμένει ηθικός μονάχα ο γάμος που εξακολουθεί να υπάρχει η αγάπη. (...) Πρέπει μόνο ν' απαλλαγούν οι άνθρωποι από την ανάγκη να τσαλαβουτούν μέσα στην άχρηστη λάσπη μιας δίκης διαζυγίου».



Η σοσιαλιστική εξουσία ήταν εξαρχής προσανατολισμένη στο βασικό μέρος που αφορούσε την υλική βάση, τις υποδομές, αλλά και τους νόμους για να διαμορφωθεί η νέου τύπου οικογένεια.Ο Λένιν υποστήριζε στην εξωκομματική συνδιάσκεψη των εργατριών της Μόσχας το Σεπτέμβρη του 1919:
«(...) Για να απελευθερωθεί ολοκληρωτικά η γυναίκα ...πρέπει να συμμετέχει στην κοινωνική παραγωγική εργασία. Τότε η γυναίκα θα κατέχει την ίδια θέση με τον άνδρα.
Φυσικά, εδώ δεν πρόκειται για εξίσωση της γυναίκας σε ό,τι αφορά την παραγωγικότητα της εργασίας, τον όγκο της εργασίας, τη διάρκειά της, τους όρους δουλειάς κλπ. αλλά πρόκειται για το εξής: η γυναίκα να μην είναι καταπιεζόμενη λόγω της οικονομικής της θέσης σε διάκριση από τον άνδρα».
Οι θέσεις αυτές των κλασικών του Μαρξισμού - Λενινισμού δείχνουν την επικαιρότητα που έχει έως τις μέρες μας το αίτημα του ταξικά προσανατολισμένου εργατικού και του ριζοσπαστικού μαχητικού γυναικείου κινήματος για λήψη μέτρων που θα ικανοποιούν πλήρως τις σύγχρονες ανάγκες των γυναικών, με θετικές διακρίσεις, ρυθμίσεις υπέρ τους, που καθορίζονται από την κοινωνική ανισοτιμία, το βιολογικό ρόλο και το νέο αυξημένο επίπεδο αναγκών τους.
Στο σοβιετικό κράτος των εργατών και των αγροτών, έλεγε ο Λένιν σε συνομιλία του με την Κλάρα Τσέτκιν, οι γυναίκες συμμετέχουν ισότιμα με τους άνδρες σε όλη την κοινωνική ζωή:



« (...) Η σοβιετική κυβέρνηση και τα άλλα σοβιετικά όργανα (...) ανοίγουν διάπλατα την πόρτα για τη συνεργασία των γυναικών στη νομοθεσία, στη διοίκηση, στην κυβέρνηση, σ' όλους τους δημόσιους οργανισμούς, στην οικονομία και ιδεολογική αναμόρφωση της κοινωνίας. Πολλαπλασιάζουν τα σχολεία, τα μαθήματα και τα μέτρα που συντελούν στη μόρφωση και την προετοιμασία των γυναικών για τη συνεργασία αυτή».Το γυναικείο ζήτημα έχει ιστορία χιλιάδων χρόνων. Διατρέχει όλες τις ταξικές κοινωνίες. Γι' αυτό το λόγο προκαταλήψεις, λαθεμένες αντιλήψεις και πρακτικές εμφανίζουν πολύ μεγάλη αντοχή.
Ο Μαρξισμός τονίζει ότι σε κάθε κοινωνία επιζεί το προγενέστερο πνευματικό υλικό. Ετσι και στη διάρκεια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, για ένα ορισμένο διάστημα, βάραιναν οι προκαπιταλιστικές ιδέες και συνήθειες ακόμα και όταν είχε ανατραπεί η υλική - οικονομική βάση που τις γεννούσε.
Ο ρυθμός εξάλειψής τους συνδέεται με τους ρυθμούς οικοδόμησης, την εξέλιξη των παραγωγικών δυνάμεων και πρώτα της ίδιας της γυναικείας εργατικής δύναμης, την επέκταση και το βάθεμα των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής και κατανομής. Αυτά τα στοιχεία επιδρούν και διαμορφώνουν την κοινωνική συνείδηση πάντα με ορισμένη χρονική υστέρηση. Στις χώρες πάντως της σοσιαλιστικής οικοδόμησης μπήκαν οι βάσεις για την ισοτιμία μεταξύ αντρών και γυναικών σε όλες τις κοινωνικές σχέσεις.
5. Το καπιταλιστικό σύστημα έδωσε τη δυνατότητα στην πιο πλατιά χρησιμοποίηση της γυναικείας μισθωτής εργασίας, ως φτηνότερης βέβαια εργατικής δύναμης, σε σχέση με τον άντρα. Η εργασία των γυναικών και των παιδιών έγινε αντικείμενο της πιο σκληρής εκμετάλλευσης από το κεφάλαιο. Ο Ενγκελς στο έργο του «Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία» γλαφυρά περιγράφει τις απάνθρωπες συνθήκες ζωής και εργασίας γυναικών και παιδιών.
Στην πορεία εξέλιξης, το καπιταλιστικό σύστημα επέφερε αστικούς εκσυγχρονισμούς και στη χρησιμοποίηση της γυναικείας εργατικής δύναμης ανάλογα με την πορεία της ταξικής πάλης. Αναγνώρισε τα τυπικά αστικά, νομικά και πολιτικά δικαιώματα, δηλαδή στη νομοθεσία, στο γάμο, στην οικογένεια, στο εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Εδωσε δυνατότητες βελτίωσης του μορφωτικού επιπέδου και την είσοδο των γυναικών, ανεξάρτητα από την τάξη τους, στην Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση. Για τις νέες που ανήκουν σε εργατικά, λαϊκά στρώματα η προετοιμασία για την εισαγωγή στα ΑΕΙ και ΤΕΙ πρόσθετε και προσθέτει νέα βάρη στην οικογένεια, αφού αδειάζουν κυριολεκτικά την τσέπη τους τα φροντιστήρια, τα ιδιαίτερα μαθήματα κλπ.
Ο καπιταλισμός όμως δεν μπορεί να δώσει την πραγματική ισοτιμία, γιατί ακριβώς αυτή έρχεται σε αντίθεση με τον εκμεταλλευτικό του χαρακτήρα.
Η θέση της γυναίκας στο σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο παραμένει ανισότιμη, παρά τη θεσμική εξίσωση που δεν έχει αναιρέσει ολοκληρωτικά τις κοινωνικές προκαταλήψεις και τις γενικότερες διακρίσεις σε βάρος των γυναικών της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Από τις ΗΠΑ και γενικά τις πιο αναπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες έως αυτές της Αφρικής, της Ασίας κλπ. ξεδιπλώνεται όλη η γκάμα της γυναικείας ανισοτιμίας και καπιταλιστικής βαρβαρότητας σε βάρος τους, ανάλογα με το επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού και τη θέση του κάθε κράτους στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Για τη σημερινή κατάσταση των γυναικών και των παιδιών στην Αφρική και σε άλλες χώρες του κόσμου, όπου κυριαρχεί αληθινή βαρβαρότητα σε βάρος τους που παραπέμπει σε προηγούμενους αιώνες, ευθύνεται συνολικά το καπιταλιστικό σύστημα.
Μια σειρά λεγόμενες «Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις» και Διεθνείς Γυναικείες Οργανώσεις, κυρίως με την καθοδήγηση της σοσιαλδημοκρατίας, στο όνομα καταπάτησης των δικαιωμάτων των γυναικών και των υπαρκτών τους προβλημάτων αθώωσαν τον καπιταλισμό που είναι ο βασικός ένοχος και πρόβαλαν ως αιτία πολιτιστικές - θρησκευτικές και εθνικές διαφορές.
Τα καπιταλιστικά κράτη της Δυτικής Ευρώπης μπορεί να έκαναν ορισμένες παραχωρήσεις, αστικούς εκσυγχρονισμούς σε τομείς που αφορούν τις γυναίκες, ανάλογα πώς ήθελαν κάθε φορά να χρησιμοποιήσουν τη γυναικεία εργατική δύναμη, ακριβώς για να αυξηθεί η κερδοφορία του κεφαλαίου.
Ο ιδεολογικός και πολιτικός πυρήνας όμως του καπιταλισμού, δηλαδή η άρνηση της ταξικότητας της ανισοτιμίας των γυναικών, όχι μόνο παραμένει, αλλά ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες, οικονομικές και πολιτικές, προσαρμόζεται σε αντιδραστική κατεύθυνση.
Στις σημερινές συνθήκες διεύρυνσης της καπιταλιστικής αγοράς, η σύγχρονη στρατηγική της ΕΕ, του κεφαλαίου γενικότερα, για τις γυναίκες έχει βασικό στοιχείο την παράταση του εργάσιμου βίου και ταυτόχρονα τη συμπίεση της τιμής της εργατικής δύναμης για αύξηση της παραγωγής ή ιδιοποίηση της υπεραξίας, του κέρδους του καπιταλιστή.
Οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις και η μερική απασχόληση υπηρετούν αυτόν το στόχο του κεφαλαίου. Πρώτα εφαρμόστηκαν στις εργαζόμενες γυναίκες και τους νέους, στο όνομα των ψευδεπίγραφων «ιδιαίτερων» αναγκών τους για περισσότερο ελεύθερο χρόνο για τη φροντίδα της οικογένειας, το «συνδυασμό οικογενειακών και επαγγελματικών υποχρεώσεων» ή για τη μελέτη των σπουδαστών και στη συνέχεια γενικεύονται κυρίως στους εργαζόμενους στον τομέα των υπηρεσιών.
Γενικότερα, η γυναικεία εργασία χρησιμοποιείται για να χτυπηθούν οι μισθοί, τα μεροκάματα, να μειωθεί το εργατικό εισόδημα χωρίς να μειωθεί ο γενικός εργάσιμος χρόνος, μάλιστα ανατρέπεται και ο σταθερός ημερήσιος χρόνος εργασίας, το 8ωρο και 7ωρο που υπήρχε μέχρι σήμερα.
Αξιοποιείται αντιδραστικά η σχέση της γυναίκας με τη μητρότητα και γενικότερα με την οικογένεια, χρησιμοποιώντας τη γυναικεία εργασία στις πιο κακοπληρωμένες δουλειές, ασταθείς και στερημένες από τα συλλογικά κατοχυρωμένα εργασιακά δικαιώματα, ως συμπληρωματική στο οικογενειακό εισόδημα, σε υποβαθμισμένες υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας (...) ληξιπρόθεσμα ανάλογα προγράμματα της ΕΕ και σε ευκαιριακά ή αυτά της «επιχειρηματικότητας», της «κατάρτισης» και της «διά βίου εκπαίδευσης».
Οι συνθήκες της οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης πυροδοτούν τις πιο ακραίες αντιλήψεις για τον «κοινωνικό ρόλο» της γυναίκας στο σπίτι, στη φροντίδα των παιδιών και των υπερηλίκων. Ταυτόχρονα, η αστική τάξη, για να ικανοποιήσει την ανάγκη του κεφαλαίου για αύξηση της γυναικείας μισθωτής εργασίας, διαχειρίζεται τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες για υπηρεσίες πρόνοιας με παροχή υποβαθμισμένων και εμπορευματοποιημένων ανάλογων υπηρεσιών της Τοπικής Διοίκησης όπως προγράμματα λειτουργίας βρεφονηπιακών σταθμών, «Βοήθεια στο Σπίτι», Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών και ΑμΕΑ κλπ. ή με υπηρεσίες του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα.
Τα μέτρα που παίρνονται από ΕΕ και αστικές κυβερνήσεις για «το συνδυασμό της επαγγελματικής με την ιδιωτική και οικογενειακή ζωή», επενδυμένα με τον προοδευτικό μανδύα της συμμετοχής και των αντρών στην οικογενειακή φροντίδα, κυρίως αποσκοπούν στο χτύπημα εργασιακών δικαιωμάτων και των δύο φύλων μιας και συνδέονται με την προώθηση της «ευελφάλειας». Στοχεύουν στο να μη γίνεται η μητρότητα ασύμφορη για την εργοδοσία. Συμβάλλουν στη διαμόρφωση συνείδησης ότι το μεγάλωμα των παιδιών και γενικότερα η φροντίδα των μελών της οικογένειας είναι ατομική - οικογενειακή υπόθεση και όχι ευθύνη του κράτους για παροχή ανάλογων υποδομών και υπηρεσιών.
Η αστική αρχή της «ισότητας» στο πλαίσιο του εκμεταλλευτικού συστήματος, της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής στο όνομα των «ίσων ευκαιριών», στην πράξη παίρνει το περιεχόμενο της περικοπής ή και κατάργησης ιδιαίτερων κατακτήσεων, θετικών ρυθμίσεων υπέρ των εργαζόμενων γυναικών. Π.χ. η απαγόρευση της νυχτερινής εργασίας των γυναικών στη βιομηχανία, η διαφορά στα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης με αυτά των αντρών κλπ.
Στη θέση αυτών των συλλογικών εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων ανακηρύσσεται ως μέγιστο δημοκρατικό δικαίωμα η ατομική ικανότητα. Στην ταξική κοινωνία των άνισων ταξικών δικαιωμάτων μόνο με άνισο τρόπο μπορεί να αναπτυχθεί οποιαδήποτε ικανότητα.
Το κάλεσμα αστών, ρεφορμιστών και οπορτουνιστών για μαζική συμμετοχή των γυναικών στα όργανα, στους θεσμούς και στους μηχανισμούς του αστικού κράτους είναι φερετζές, για να συγκαλυφθεί ο ταξικός χαρακτήρας της πολιτικής τους. Παράλληλη επιδίωξή τους είναι ο εκμαυλισμός των συνειδήσεων των πρωτοπόρων γυναικών που μετέχουν στο κίνημα, με στόχο την ενσωμάτωσή τους.
Στις συνθήκες του καπιταλισμού δεν υπάρχει μόνο η ταξική εκμετάλλευση και καταπίεση, η φυλετική ανισότητα. Δημιουργούνται και οι προϋποθέσεις συνειδητοποίησης της βασικής αιτίας δημιουργίας του γυναικείου ζητήματος από τότε που η εργατική τάξη μπήκε σε πορεία χειραφέτησης, που είναι αξεχώριστη με την ίδρυση και την πρωτοπόρα δράση του Κομμουνιστικού Κόμματος. Δεν είναι τυχαίο ότι η καθιέρωση της Διεθνούς Ημέρας της Γυναίκας συνδέθηκε με τους αγώνες των εργατριών. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής δε βάζει μόνο τροχοπέδη στην επίλυση του γυναικείου ζητήματος. Ταυτόχρονα, μέσα σ' αυτόν δημιουργούνται οι προϋποθέσεις της ωρίμανσης των συνθηκών για την επίλυση και αυτού του ζητήματος, με την ανατροπή του καπιταλισμού, τη νίκη της εργατικής εξουσίας, την οικοδόμηση των σοσιαλιστικών οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων.
Το εργατικό κίνημα, και πιο αποφασιστικά η επαναστατική πρωτοπορία του, το Κομμουνιστικό Κόμμα, υπερασπίζεται και ευνοεί τη συμμετοχή των γυναικών με ταξικά κριτήρια, πρώτ' απ' όλα των μισθωτών γυναικών, αλλά και των αυτοαπασχολούμενων, των γυναικών των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, στην οργανωμένη ζωή και δράση και στα όργανα συνδικάτων, του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος και γενικότερα στην ταξική πάλη, στην επαναστατική, στις γραμμές του Κόμματος.
Η συμμετοχή σ' αυτόν τον αγώνα μπορεί να φέρει καρπούς και για τις γυναίκες και για τους άντρες της εργατικής τάξης και των σύμμαχων λαϊκών στρωμάτων.
Μπορεί να απελευθερώσει την εργατική τάξη και όλους «της Γης τους κολασμένους», να καταργήσει την ταξική εκμετάλλευση και να οδηγήσει στη γυναικεία ισοτιμία. Στο σοσιαλισμό αυτό έγινε πράξη.
Τα καπιταλιστικά κράτη και οι διακρατικές ενώσεις (ΕΕ, ΝΑΤΟ, ΔΝΤ κλπ.) με την πολιτική τους καθόρισαν και καθορίζουν τη σημερινή τραγική κατάσταση και για τη θέση των γυναικών σε μια σειρά από χώρες του κόσμου. Τα προβλήματα των γυναικών της Μέσης Ανατολής και της Ασίας επίσης είναι συνέπεια της πολιτικής του ιμπεριαλισμού στις χώρες αυτές και βεβαίως της κυριαρχίας της αστικής τάξης της κάθε χώρας.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει ότι ο πόλεμος των Αμερικανών και των Ευρωπαίων συμμάχων τους στο Αφγανιστάν ξεκίνησε με το πρόσχημα του εκδημοκρατισμού, της κατάργησης της «μπούρκας» και της θανατικής ποινής με λιθοβολισμό στις Αφγανές; Ο φονταμενταλισμός ανακηρύχθηκε ως κύριος εχθρός όλης της ανθρωπότητας, για να συγκαλυφθεί η βάρβαρη, επιθετική πολιτική του ιμπεριαλισμού.
Φιλελεύθεροι και σοσιαλδημοκράτες, και μέσω των γυναικείων οργανώσεων που επηρεάζουν, προβάλλουν την αντιδραστική αντίληψη ότι το αστικό κράτος και οι διακρατικές ιμπεριαλιστικές ενώσεις μπορούν να μετατραπούν σε ουδέτερα - αταξικά όργανα συμφιλίωσης των αντιθέσεων της ταξικά διαιρεμένης κοινωνίας. Το επιχείρημα αυτό υπονομεύει την αναγκαιότητα της όξυνσης της ταξικής πάλης σε κάθε χώρα ξεχωριστά.
6. Το ΚΚΕ είναι περήφανο για τη συμβολή του, από την ίδρυσή του, στην αποκάλυψη της ουσίας του γυναικείου ζητήματος, την πάλη του κατά των σκοταδιστικών αντιλήψεων για τη γυναικεία βιολογική και πνευματική κατωτερότητα, για το μονοδιάστατο ρόλο της γυναίκας στην οικογένεια.
Ανέδειξε το μεγάλο ζήτημα που έθεταν και οι κλασικοί του Μαρξισμού - Λενινισμού ότι καμιά πρόοδος δεν μπορεί να σημειωθεί στο εργατικό, στο λαϊκό κίνημα, πολύ περισσότερο δεν μπορεί να απαλλαγεί ο λαός από την ταξική εκμετάλλευση και τον κλοιό του ιμπεριαλισμού δίχως τη μαζική συμμετοχή των εργαζόμενων γυναικών, των γυναικών που ανήκουν στα λαϊκά στρώματα. Δίχως την οργάνωση των γυναικών στην πάλη και την ανάδειξή τους στα όργανα του αγωνιζόμενου κινήματος, δίχως την πολιτική συνειδητοποίησή τους, για την αναγκαιότητα να εντάξουν τον αγώνα τους στην πάλη για το σοσιαλισμό, δεν μπορεί να ανατραπεί το ταξικό εκμεταλλευτικό σύστημα, να μπει στο δρόμο επίλυσης το ζήτημα της γυναικείας ανισοτιμίας.
Ο Λένιν στις συνομιλίες του με την Κλάρα Τσέτκιν, βάζοντας το ζήτημα στην ταξική του διάσταση, υποστήριζε: «Οσο εξακολουθεί να υπάρχει ο καπιταλισμός ... οι εργαζόμενες γυναίκες είναι υποχρεωμένες να σκύβουν κάτω από διπλό ζυγό, η μοίρα τους θα είναι να αδικούνται, να καταπιέζονται. [...] Γι' αυτό η πραγματοποίηση του κομμουνισμού είναι αδύνατη, αν δε συνεργαστούν στην αλλαγή της κοινωνίας και τα εκατομμύρια των εργαζόμενων γυναικών συνειδητά και αποφασιστικά».
Το ΚΚΕ στη μακρόχρονη διαδρομή του διαμόρφωνε τη στάση και κυρίως τη δράση του για τη χειραφέτηση και την ισοτιμία της γυναίκας, την αναπροσάρμοζε ανάλογα με τις γενικότερες συνθήκες, χωρίς όμως να απομακρύνεται από τη βασική θέση για τη διαλεκτική σχέση ταξικής εκμετάλλευσης και φυλετικής ανισότητας.
Η πορεία δράσης του ΚΚΕ δεν ήταν εύκολη. Δεν ήταν πάντα ευθύγραμμη όσον αφορά το γυναικείο ζήτημα, κυρίως για αντικειμενικούς λόγους. Δεν έλειπαν όμως και οι υποκειμενικοί παράγοντες, όπως χαρακτηριστικά αναφέρονται στα επίσημα ντοκουμέντα του Κόμματος, και ειδικότερα στα τελευταία συνέδριά του, το 17ο και το 18ο.
Στο 17ο Συνέδριο, στο ειδικό κεφάλαιο για την εξειδίκευση της γενικής πολιτικής του Κόμματος στις γυναίκες, αναφέρεται:
«Το βασικό πρόβλημα είναι να αντιμετωπιστεί η συσσώρευση λαθεμένων απόψεων, για το αν σήμερα υπάρχει ανάγκη να εξειδικευτεί η δουλειά στις γυναίκες. Να αλλάξει η στάση στο ζήτημα αυτό, ώστε σε όλη την κλίμακα του Κόμματος να διαμορφώνεται επεξεργασμένη δράση στις γυναίκες, ενταγμένη στο γενικότερο προγραμματισμό δράσης.
Πρέπει να παρθούν πολύ σοβαρά υπόψη και οι παρακάτω παράγοντες:
-- Οτι η στρατηγική της άρχουσας τάξης, της εργοδοσίας, χρησιμοποιεί τις παραδόσεις και τη θρησκεία για πολιτική χειραγώγηση της γυναίκας και διάδοση ψευτοεκσυγχρονιστικών και δήθεν μοντέρνων αντιλήψεων που αφήνουν απέξω τη σημασία της ταξικής πάλης. Οι εργαζόμενες γυναίκες χρησιμοποιούνται σαν όχημα για επέκταση των ελαστικών προσωρινών μορφών απασχόλησης.
-- Οτι σε συνθήκες υποχώρησης και στασιμότητας του κινήματος, οι γυναίκες περνάνε σε μεγαλύτερη αναδίπλωση».
Η Πανελλαδική Σύσκεψη Γυναικών τον Ιούνη του 2008 εκτίμησε ως εξής τη δουλειά του Κόμματος στις εργαζόμενες γυναίκες:
«Ως συμπέρασμα προκύπτει ότι δεν είμαστε στο ίδιο σημείο του 2005 που έγινε το 17ο Συνέδριο, όμως τα βήματα που έγιναν είναι ανεπαρκή και αν δεν ανασκουμπωθούμε θα πισωγυρίσουμε, ενώ έχουμε τη δυνατότητα το Κόμμα να κερδίσει έδαφος στο καίριο αυτό ζήτημα.
Η δυνατότητα του Κόμματος να περάσει σε σχετικά πλεονεκτική θέση πατάει όχι μόνο στα αντιλαϊκά μέτρα που οξύνουν την ανισοτιμία, αλλά και στο γεγονός ότι είμαστε το μόνο κόμμα που έχουμε παρέμβαση με όρους κινήματος και οργανωμένου γυναικείου κινήματος σε σχέση με τα άλλα κόμματα.
Το ότι τα άλλα κόμματα δεν ενδιαφέρονται για ιδιαίτερες γυναικείες οργανώσεις υπό την καθοδήγησή τους δε σημαίνει ότι δεν κάνουν δουλειά, ιδιαίτερη δουλειά μέσα από τους δικούς τους μηχανισμούς».
Οι Θέσεις του 18ου Συνεδρίου εκτιμάνε για την Πανελλαδική Σύσκεψη για την εξειδίκευση της πολιτικής μας στις γυναίκες ότι: «...εξοπλίζει το Κόμμα με μια πιο επεξεργασμένη κατεύθυνση, σε συνθήκες που συνειδητοποιείται καλύτερα από τα καθοδηγητικά όργανα η σημασία της δράσης, ώστε να βοηθηθούν οι γυναίκες να οργανώνονται και να παλεύουν, να δυναμώσει η πολιτική συνείδηση».
Η Απόφαση του 18ου Συνεδρίου επισημαίνει: «Το Κόμμα μας σε όλη την 90χρονη πορεία του, και σήμερα, συγκεντρώνει την προσοχή του στη δράση μέσα στην εργατική τάξη, στη νεολαία, στις γυναίκες, στον εργαζόμενο λαό, στις μαζικές οργανώσεις, στα κινήματα, στις λαϊκές μάζες γενικότερα».
7. Η υπερενενηντάχρονη πορεία του Κόμματος ήταν δύσκολη καθώς οι προκαταλήψεις και οι συγχύσεις για τη σημασία του αγώνα για τα δικαιώματα των γυναικών ήταν βαθιά ριζωμένες και στις γραμμές του κινήματος της εργατικής τάξης και ακόμα περισσότερο των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Ηταν ριζωμένες ανάμεσα και σε κομμουνιστές και κομμουνίστριες, σε ριζοσπάστες και προοδευτικούς ανθρώπους, άντρες και γυναίκες. Το γεγονός αυτό εξηγείται με το ότι το γυναικείο ζήτημα προϋπάρχει του καπιταλισμού. Εχει βαθιές ρίζες χιλιάδες χρόνια πριν. Εχει διαμορφώσει έναν τρόπο ζωής που απαιτεί επίπονη ιδεολογικοπολιτική και πολιτιστική προσπάθεια για να αντιμετωπιστεί παράλληλα και ταυτόχρονα με την οργάνωση της πάλης.
Η προσπάθεια του ΚΚΕ σε συνθήκες δύσκολες γι' αυτό, άλλοτε συνθήκες παρανομίας, άλλοτε απουσίας από την Ελλάδα ως οργανωμένου πολιτικού κόμματος και άλλοτε κάτω από την πίεση άμεσων αναγκών, σκόνταφτε και ακόμα συναντά δυσκολίες. Αυτές έχουν σχέση με τα μεγαλύτερα αντικειμενικά προβλήματα και τις αντιξοότητες που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες των εργατικών, λαϊκών στρωμάτων. Είναι φορτωμένες με πολλά καθήκοντα, που τους στερούν το χρόνο ή και τη διάθεση να μετέχουν σταθερά στην κοινωνική πάλη, ακόμα και όταν συνειδητοποιούν στον ένα ή τον άλλο βαθμό αυτήν την ανάγκη.
Η πείρα του Κόμματος και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης δείχνει ότι απαιτείται εξειδίκευση της γενικής πολιτικής του Κόμματος και του εργατικού λαϊκού κινήματος στις γυναίκες. Απαιτούνται ειδικά μέτρα για την ολόπλευρη βοήθειά τους, ώστε να διευρύνεται και να σταθεροποιείται η συμμετοχή τους στον αγώνα. Στο μέτρο που δε γίνεται αυτό, οι γυναίκες μένουν εκτεθειμένες στην κυρίαρχη ιδεολογία και πρακτική, είτε διστάζουν να μπουν στον αγώνα, είτε μειώνουν τη συμμετοχή τους, ακόμα και εγκαταλείπουν όσο πιο μεγάλα οικογενειακά και επαγγελματικά βάρη σηκώνουν.
Στο ειδικό κεφάλαιο της Απόφασης του 18ου Συνεδρίου, για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, ξεχωρίζει το καθήκον για προσέλκυση νέων εργατικών μαζών όπως οι κοπέλες, οι νέες εργαζόμενες μητέρες, οι γυναίκες γενικότερα: «Απαιτείται ειδική δράση στις νέες σε ηλικία εργαζόμενες μητέρες που αντικειμενικά δυσκολεύονται, ώστε να κατανοήσουν την ανάγκη να ξεπεράσουν αναστολές που αναπτύσσονται πάνω σε υπαρκτά εμπόδια [...] Η εξειδίκευση δράσης στις νέες ηλικίες και στις γυναίκες κατά κλάδο, τομέα οικονομίας είναι ένας από τους βασικούς όρους για να αξιοποιηθούν σημαντικές εφεδρείες που σήμερα είναι ανεκμετάλλευτες». Από την ίδια οπτική αντιμετωπίζονται και τα ιδιαίτερα οξυμένα προβλήματα των μεταναστριών, πολλές από τις οποίες, ιδιαίτερα οι κοπέλες, είναι εκτεθειμένες στους κινδύνους της πορνείας και στα κυκλώματα των σωματεμπόρων.
(...)
10. Το ΚΚΕ σε όλη την πορεία της διαδρομής του έδωσε ιδεολογική και πολιτική μάχη με τις αστικές, ρεφορμιστικές, οπορτουνιστικές αντιλήψεις που αντιμετώπιζαν το γυναικείο ζήτημα ως πρόβλημα αντιπαράθεσης των δύο φύλων. Αντιμετώπισε μαχητικά τις αναχρονιστικές, σκοταδιστικές αντιλήψεις ότι η ισοτιμία της γυναίκας την καθιστά ανίκανη έως και επικίνδυνη στην οικογένεια. Αντιλήψεις που αναπαράγονται και σήμερα με τη μία ή την άλλη μορφή, προκειμένου το καπιταλιστικό σύστημα και οι δυνάμεις που το υπηρετούν να δικαιολογήσουν μέτρα σε βάρος των εργατοϋπαλλήλων γυναικών, αλλά και των αυτοαπασχολούμενων.
Στη δεκαετία του '90, την εποχή της αντεπανάστασης, της ανατροπής της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και της παλινόρθωσης του καπιταλισμού, της γενικευμένης επίθεσης του κεφαλαίου στα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, νέες αστικές και οπορτουνιστικές θεωρίες έρχονται στο προσκήνιο, προσφέροντας θεωρητικό υπόβαθρο στις πολιτικές επιλογές της αστικής τάξης. Τέτοια ιδεολογήματα είναι: Η διάκριση μεταξύ «βιολογικού και κοινωνικού φύλου», ότι δήθεν το φύλο δεν ορίζεται από τα βιολογικά χαρακτηριστικά του, αλλά απ' αυτά που η δοσμένη κοινωνία με τις αντίστοιχες σχέσεις της του προσδίδει, ανάλογα με το αν γεννήθηκε ένας άνθρωπος άνδρας ή γυναίκα. Μέσω αυτής της θεωρίας καταργούνται οι ταξικές αντιθέσεις, η ταξική ρίζα του γυναικείου ζητήματος και ανάγεται η ανισοτιμία της γυναίκας στην αντίθεση του δίπολου άνδρας - γυναίκα. Οι θεωρητικές αυτές απόψεις διαδίδονται μέσω Γυναικείων Σπουδών στα μεγάλα πανεπιστήμια όλου του κόσμου, που έχουν μετονομασθεί σε Σπουδές Φύλου και διεξάγουν έρευνες που συνεχώς εξελίσσονται, δηλητηριάζοντας τα μυαλά της νεολαίας και κυρίως των κοριτσιών με όλη την αντιδραστική αστική σκέψη.
Η ιδεολογία του ΚΚΕ, η πολιτική και η πείρα του δείχνουν ότι η μαχητική αντιμετώπιση της κυρίαρχης ιδεολογίας πρέπει να ενώνεται αρμονικά με τη συσπείρωση και την πάλη γύρω από αιτήματα και διεκδικήσεις που βελτιώνουν τη θέση των γυναικών, γενικότερα των εργαζομένων, που ανεβάζουν την πείρα τους για να δώσουν συνέχεια έως την τελική νίκη, τη νίκη της εργατικής εξουσίας, τη νίκη του σοσιαλισμού.
Η πείρα δείχνει ότι δεν αρκεί ο αγώνας για τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα, για τα ιδιαίτερα προβλήματα των γυναικών δίχως τη γενικότερη ιδεολογική, πολιτιστική αντεπίθεση του Κόμματος για την κατανόηση της ταξικής φύσης του γυναικείου ζητήματος, για την κατανόηση της ισοτιμίας των δύο φύλων, της κοινής τους πάλης ενάντια στην πολιτική των μονοπωλίων, στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα.
Η στήριξη του ΚΚΕ στους αγώνες γυναικείων οργανώσεων που, από ριζοσπαστικές θέσεις συνέβαλαν στην προβολή του γυναικείου ζητήματος, είναι η απόδειξη για τη μεγάλη σημασία της ευαισθητοποίησης ανδρών και γυναικών στο ζήτημα της ισοτιμίας της γυναίκας, για τη μεγάλη σημασία της δράσης των ίδιων των γυναικών, της ανάδειξής τους σε υπεύθυνες θέσεις.
11. (...) Η σύγχρονη πολιτική του κεφαλαίου, που υπηρετούν τα αστικά κόμματα στην Ελλάδα, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, αλλά και ο ΛΑ.Ο.Σ. με τη συναίνεση του οπορτουνισμού όπως εκφράζεται από τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, στο όνομα της ισότητας και με πρόσχημα την οικονομική καπιταλιστική κρίση, εντείνει την επίθεση στα εργασιακά, ασφαλιστικά και κοινωνικά δικαιώματα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, με μεγαλύτερα θύματα τις γυναίκες και τη νεολαία.
Αυξάνεται η ανεργία, οι απολύσεις, η εναλλακτική απασχόληση, με μεγάλα διαστήματα ανεργίας και μερικής, ελαστικής απασχόλησης. Τη μαύρη εργασία τη νομιμοποιούν πέρα από το νόμο που πρόσφατα επεξεργάσθηκε το ΠΑΣΟΚ και με τη μορφή του λεγόμενου κοινωνικού εθελοντισμού.
Αυξάνουν τα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης των εργαζόμενων γυναικών στο Δημόσιο Τομέα στα 65 χρόνια. Αυξάνονται τα όρια ακόμα και για μητέρες με ανήλικα ή ανάπηρα παιδιά, αφού η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ουσιαστικά διατηρεί τους αντιασφαλιστικούς νόμους της προηγούμενης κυβέρνησης της ΝΔ.
Με το πάγωμα των μισθών και ταυτόχρονα την αύξηση της φορολογίας στα φυσικά πρόσωπα και στα είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, με την ακρίβεια στα είδη αυτά, στα τιμολόγια των πρώην ΔΕΚΟ, αλλά και στους τομείς της Υγείας, Παιδείας, Πρόνοιας, Αθλητισμού, Πολιτισμού και Ψυχαγωγίας χειροτερεύει συνολικά το επίπεδο ζωής του εργαζόμενου λαού και ιδιαίτερα των γυναικών που, έτσι και αλλιώς, οι μισθοί τους και οι συντάξεις τους είναι μικρότερες, αλλά ταυτόχρονα οι ανάγκες τους που απορρέουν από τον αναπαραγωγικό τους ρόλο είναι μεγαλύτερες.
Επιδεινώνονται όχι μόνο οι συνθήκες δουλειάς, αλλά και διαβίωσης των γυναικών με την ανάληψη ενός μεγάλου μέρους της διαδικασίας αναπαραγωγής των μελών της οικογένειας, επειδή οι τομείς αυτοί συνεχώς εμπορευματοποιούνται και ιδιωτικοποιούνται. Τα αντιλαϊκά μέτρα και οι συνθήκες αυτές επιβαρύνουν περισσότερο τη σωματική και ψυχική υγεία των εργαζόμενων γυναικών και εντείνουν την ανισοτιμία τους.
Οι γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων, φτωχές αγρότισσες, αυτοαπασχολούμενες και μικρέμποροι υφίστανται τις συνέπειες του καπιταλιστικού ανταγωνισμού και της συγκέντρωσης του κεφαλαίου. Ταυτόχρονα, υφίστανται τις κοινωνικές συνέπειες εξαιτίας του φύλου όπως και οι μισθωτές εργαζόμενες.
Τέτοιες είναι η έλλειψη ουσιαστικής αναγνώρισης του κοινωνικού ρόλου της μητρότητας, προκαταλήψεις ακόμα και αντιδραστικές αντιλήψεις και πρακτικές στις σχέσεις των δύο φύλων που αναπαράγονται με νέες μορφές.
Στο σύγχρονο καπιταλισμό είναι πιο σαφής ο ταξικός χαρακτήρας του προβλήματος της ανισοτιμίας των γυναικών.
Γίνεται πιο φανερό ότι η απελευθέρωση της γυναίκας από τη διπλή καταπίεση και εκμετάλλευση μπορεί να συντελεσθεί σε μια κοινωνία όπου θα καταργηθεί η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο ως αποτέλεσμα συνειδητής δράσης, τουλάχιστον της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης και της μαζικής μαχητικής δράσης των λαϊκών στρωμάτων για την ανατροπή του τελευταίου εκμεταλλευτικού συστήματος, του καπιταλισμού.
12. Το 10ο Συνέδριο της ΚΝΕ θέτει επιτακτικά το ζήτημα της δράσης για τα προβλήματα της κοπέλας, των νέων ζευγαριών. Για να αντιμετωπισθεί ο κίνδυνος οι νέες κοπέλες να μην εκδηλώσουν τις διαθέσεις αντίστασης κάτω από το βάρος και τον όγκο των σύνθετων καθηκόντων τους. Τα νεαρά ζευγάρια να βοηθηθούν να αντεπεξέλθουν στα μεγαλύτερα εμπόδια που αντιμετωπίζουν από αυτά των γονιών τους.
(...)
14. (...) Το ΚΚΕ θεωρεί ότι οι γυναίκες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων είναι αυτές που θα προσδώσουν δυναμική στην ανασύνταξη του εργατικού κινήματος και των άλλων κοινωνικών κινημάτων, στη συγκρότηση του ΑΑΔΜ, στη συμμαχία για τη λαϊκή εξουσία, για τη λαϊκή οικονομία. Η ανασύνταξη του κινήματος εξαρτάται και από τη συμμετοχή των γυναικών αλλά και από την πάλη του εργατικού και του γενικότερου λαϊκού κινήματος για την ισοτιμία και χειραφέτηση.
15. Η μακρόχρονη περήφανη πορεία του Κόμματος για τα δικαιώματα και την ισοτιμία της γυναίκας δεν πρέπει να μας κρύψει ελλείψεις και αδυναμίες που έχουμε. Σήμερα, πρέπει να αφήσουμε πίσω μας οποιαδήποτε υποτίμηση ή παραμέληση του καθήκοντος αυτού, κανένας συμβιβασμός με τη συνθετότητα που έχει το γυναικείο ζήτημα.
Σήμερα, εξοπλισμένοι και με τις Αποφάσεις του 18ου Συνεδρίου του Κόμματός μας είμαστε πολιτικά και ιδεολογικά πιο ώριμοι και ικανοί να τα καταφέρουμε, να επιδείξουμε πρόοδο και για τα ζητήματα της ισοτιμίας και χειραφέτησης των γυναικών του λαού.
H 100χρονη πορεία των αγώνων για την ισοτιμία και τη χειραφέτηση της γυναίκας, η πάλη του εργατικού κινήματος στις χώρες του καπιταλισμού, οι κατακτήσεις των γυναικών στις σοσιαλιστικές χώρες, τον 20ό αιώνα, αποδεικνύουν ότι: Οταν υπάρχει μια πρωτοπορία αποφασισμένη να τραβήξει μπροστά έως την τελική νίκη, να καταθέσει θυσίες στον αγώνα για τη δικαίωση της εργατικής τάξης, για τα συμφέροντα του εργαζόμενου λαού, που έχει συνείδηση της ταξικής φύσης του γυναικείου ζητήματος, τότε και οι γυναίκες που ανήκουν στα εργατικά, τα λαϊκά στρώματα θα ανταποκριθούν. Θα προσδώσουν με τη μαζική τους συμμετοχή δύναμη και αποτελεσματικότητα στον αγώνα για την απόκρουση της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, για τη βελτίωση της ζωής της λαϊκής οικογένειας, το ελπιδοφόρο μέλλον της νέας γενιάς, την πολιτική εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Κανένας αγώνας, καμία μάχη δεν μπορεί να έχει θετικό αποτέλεσμα και προοπτική δίχως την οργάνωση και τη συμμετοχή των ίδιων των γυναικών, συμπεριλαμβανομένων και των μεταναστριών, του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του εργατικού κινήματος και των συμμάχων του.

Κυριακή 6 Μαρτίου 2011

ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΟΥ ΠΑΜΕ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ : ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΤΑΜΕΙΟ ΠΡΟΝΟΙΑΣ.





Στην ανελέητη επίθεση στους εργαζόμενους η κυβέρνηση και το κεφάλαιο έχουν αρωγούς και την πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ, η οποία στη συνάντησή της με τους υφυπουργούς  Οικονομίας & Εργασίας, στις 4-3-2011 με θέμα τα προβλήματα του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων, αποδέχτηκε και πάλι την πρότασή τους για :
ü      δανεισμό του Ταμείου Πρόνοιας με ταυτόχρονο χτύπημα του Ταμείου Αρωγής, αφού από κει θέλουν να εκταμιεύσουν 250 εκ. ευρώ,
ü      παραπέρα επιβάρυνση των συμβασιούχων με πρόσθετες ασφαλιστικές εισφορές, με την υποχρεωτική ένταξή τους στο Ταμείο Πρόνοιας, μέσα από σχετική ρύθμιση σε νομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας και
ü      αβέβαιης αποτελεσματικότητας επιχορήγηση με ένα ομόλογο 300 περίπου εκ ευρώ ... , μιας επιχορήγησης στα χαρτιά ,... με άγνωστο αντίκρισμα.
Η κυβέρνηση εξάλλου δια στόματος υφυπουργού Οικονομίας Σαχινίδη είπε ότι «η πολιτεία δεν έχει καμιά υποχρέωση απέναντι στο ταμείο»…
Ο υφυπουργός Εργασίας παρουσιάζοντας την πρόταση για αντιμετώπιση της καθυστέρησης απόδοσης του εφάπαξ μόνο σε 15.000 περίπου δικαιούχους (από τους 37.000 περίπου)  δήλωσε ότι δεν μπορεί να παρουσιάσει το συνολικό σχεδιασμό της κυβέρνησης γιατί δεν είναι έτοιμο το νέο μισθολόγιο και οι αναλογιστικές μελέτες των ταμείων.
Το παζάρι, που έκανε εκ μέρους της πλειοψηφίας της ΑΔΕΔΥ ο πρόεδρός της, δεν αφορούσε την ουσία της πρότασης, αλλά τις λεγόμενες «εγγυήσεις» του κράτους απέναντι στο ΤΕΑΔΥ. Ζήτησε να  δίνεται στο ταμείο ένα μέρος από τον ΛΑΦΚΑ ή να δοθεί στο ΤΕΑΔΥ για την δήθεν διασφάλισή του ένα ομόλογο για το 2018 ή 2020, κρύβοντας από τους εργαζόμενους αυτό που όλοι γνωρίζουμε, ότι το κράτος αυτό, το καπιταλιστικό κράτος όχι μόνο δεν εγγυάται κανένα εργατικό δικαίωμα αλλά και ούτε μπορεί να εγγυηθεί τίποτα και όπως δήλωσε κυνικά και ο υφυπουργός Κουτρουμάνης «Δεν υπάρχει καμία εγγύηση σε μια χώρα που χρεοκοπεί. .. ».

Η πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ με τις προτάσεις της αποδέχεται ότι για το έλλειμμα του Ταμείου Πρόνοιας και την τεράστια καθυστέρηση, που υπάρχει στην απονομή του εφάπαξ στους συναδέλφους δημοσίους υπαλλήλους φταίνε οι εργαζόμενοι και όχι η αντιασφαλιστική πολιτική και γενικά η πολιτική όλων των μέχρι τώρα κυβερνήσεων, που διοχέτευσε τα αποθεματικά του ταμείου στους βιομηχάνους, στους τραπεζίτες και όλους τους κεφαλαιοκράτες.

Ο δανεισμός του Ταμείου Πρόνοιας, που έχει προταθεί από όλες τις άλλες παρατάξεις (ΠΑΣΚ, ΔΑΚΕ, Α.Π.), ρίχνει τα βάρη και πάλι στους εργαζόμενους στο δημόσιο και αφήνει στο απυρόβλητο όλους αυτούς που καταλήστευσαν το ταμείο.

Καλούμε τους εργαζόμενους:
·        να απαιτήσουν την κάλυψη των ελλειμμάτων του Ταμείου Πρόνοιας, με άμεση κρατική επιχορήγηση,
·        να γυρίσουν την πλάτη στη συνδικαλιστική πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ, που μέσα από τις προτάσεις της αποδέχεται την λογική της «ανταγωνιστικότητας», που αποτελεί την καρδιά της πολιτική της κυβέρνησης, ΕΕ & τρόικας,
·        να συνειδητοποιήσουν ότι πρέπει να σταθούν απέναντι σ' όλες τις πολιτικές που στηρίζουν την κερδοφορία του κεφαλαίου και στοχεύουν σ' όσο γίνεται πιο φτηνή εργατική δύναμη.
·        να κλιμακώσουν με ταξική ενότητα την πάλη τους.  
                                              ΑΘΗΝΑ 4-3-2011                                                                                                                

Σάββατο 5 Μαρτίου 2011

Η ΛΑΪΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ Μεσολογγίου για το νηπιαγωγείο Ευηνοχωρίου



Με αφορμή την ομιλία της κ. υπουργού παιδείας, Άννας Διαμαντοπούλου στους Δημάρχους και Περιφερειάρχες ο επικεφαλής της ΛΑΪΚΗΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗΣ Μεσολογγίου, Θόδωρος Μαργαρίτης σχολιάζει σημεία της ομιλίας, σχετικά με το ζήτημα της στέγασης του νηπιαγωγείου Ευηνοχωρίου:
'Aννα Διαμαντοπούλου «Πρέπει να  συμφωνήσουμε ότι κεντρικό στοιχείο της πολιτικής είναι το παιδί - ο μαθητής, η μαθήτρια, ο φοιτητής, η φοιτήτρια. Αυτή είναι η προτεραιότητά μας, όλα τα άλλα, όλες οι άλλες πολιτικές, το τι θέλει το Υπουργείο, το τι θέλει ο Δήμος, το τι θέλουν οι εκπαιδευτικοί, το τι θέλουν οι γονείς, όλα εξετάζονται  σε δεύτερο επίπεδο. Πρώτο είναι πάντοτε το παιδί.»
Στην περίπτωση μας τα νήπια του Ευηνοχωρίου ( 40 τον αριθμό) επειδή είναι στο κέντρο της φροντίδας των αρμοδίων περνούν καλά ,μαθαίνουν, κοινωνικοποιούνται σε ένα χώρο μικρό ( 65 τ.μ περίπου) , χωρίς αυλή, με μια τουαλέτα χωρίς εξαερισμό  (που τη μοιράζονται με τις 3 δασκάλες τους).
'Aννα Διαμαντοπούλου: «Προηγήθηκε, οργανωμένη υπηρεσιακή καταγραφή σε κάθε περιοχή, Δήμο, γειτονιά.  Πόσα παιδιά έχει το κάθε σχολείο, πόσους Διευθυντές,  πόσες θέσεις, τι γίνεται δίπλα, ώστε να γίνουν προτάσεις που να μη δημιουργούν  προβλήματα στα παιδιά. Αυτή η πραγματική αποτύπωση,  δεν  αφορά μόνο το  Υπουργείο, αλλά και τους ίδιους τους Δήμους. Είναι ήδη έτοιμη η καρτέλα του κάθε σχολείου. Μέσω της καρτέλας του σχολείου η κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου και ο Δήμος θα μπορεί θα μπορούν ανά πάσα στιγμή να βλέπει την κατάσταση του κάθε σχολείου, τον αριθμό των μαθητών, τον αριθμό των εκπαιδευτικών, τα τμήματα που λειτουργούν, τις ώρες. Θα έχουμε μια  πλήρη εικόνα για  κάθε σχολείο.» «…..Θέλουμε πλήρη, σωστή αξιοποίηση όλων των υποδομών…».

Στο Ευηνοχώρι αλήθεια, τι δείχνει η «υπηρεσιακή καταγραφή» των σχολείων Α/θμιας εκπαίδευσης; Δείχνει ότι υπάρχει σχολείο τεράστιο (4 αίθουσες διδασκαλίας, 6 τουαλέτες , αυλή) εντελώς άδειο.
 'Aννα Διαμαντοπούλου: « Η αξιοποίηση των υποδομών»  πως γίνεται αντιληπτή από τη διεύθυνση Α/θμιας εκ/σης νομού Αιτωλ/νιας και από το δήμο όταν το δημόσιο ευρύχωρο κτίριο μένει άδειο και πληρώνονται αρκετά χρήματα στο  στενόχωρο νοικιασμένο (600 ε).
Οι γονείς των νηπίων τι πρέπει να κάνουν περισσότερο για να εισακουστούν (χρόνια τρέχουν στους αρμόδιους);